Θ. Παπακυριάκου, Οριοθέτηση της ποινικής ευθύνης για παραλείψεις, 2014
Το ελληνικό δίκαιο αναγνωρίζει τη δυνατότητα να τιμωρείται αυτός που παραλείπει να αποτρέψει ένα ποινικά αξιόλογο αποτέλεσμα (π.χ. τον θάνατο ενός ανθρώπου) όπως εκείνος που το προκαλεί με ενέργειά του. Τούτο επιτρέπεται, σύμφωνα με το άρθρο 15 ΠΚ, όταν ο παραλείπων είναι φορέας ιδιαίτερης νομικής υποχρέωσης αποτροπής. Οι πηγές ιδιαίτερων νομικών υποχρεώσεων, οι αιτίες δηλαδή εκείνες που μπορούν να καθιστούν ένα πρόσωπο υπόχρεο αποτροπής και, κατ’ επέκταση, υποκείμενο βαρύτατης ποινικής ευθύνης ακόμη και για αποτελέσματα που δεν έχει δρομολογήσει το ίδιο με ενέργειές του, δεν ορίζονται ρητά πουθενά. Η διάταξη του άρθρου 15 ΠΚ σιωπά ως προς αυτό το ζήτημα. Η επιστήμη δεν έχει καταφέρει μέχρι σήμερα να καταλήξει σε ένα κοινά αποδεκτό μεθοδολογικό μοντέλο προσδιορισμού και η νομολογία κινείται συχνά διαισθητικά. Έτσι, επικρατεί τελικά μεγάλη ανασφάλεια στο συγκεκριμένο πεδίο, με ό,τι αρνητικό αυτό συνεπάγεται για τη δικαιοκρατική λειτουργία του ποινικού δικαίου.
Η παρούσα μελέτη επιχειρεί να οριοθετήσει την έννοια της ιδιαίτερης νομικής υποχρέωσης και των πηγών της. Για τον σκοπό αυτό αναλύει κριτικά και αξιοποιεί συστηματικά τόσο τις θέσεις της ελληνικής και της διεθνούς ποινικής επιστήμης όσο και την πλούσια ελληνική νομολογία στα σχετικά ζητήματα. Επίσης, διερευνά θεμελιώδη ερωτήματα που αφορούν τη γενικότερη οριοθέτηση της ποινικής ευθύνης για παραλείψεις. Τέλος, αναδεικνύει σημαντικές μεθοδολογικές προβληματικές που συνέχονται αφενός με τον ορθό τρόπο καθορισμού του περιεχομένου των εκάστοτε ιδιαίτερων νομικών υποχρεώσεων και αφετέρου με τη λειτουργική διασύνδεση αυτών με άλλα δομικά στοιχεία της ποινικής ευθύνης, όπως, ενδεικτικά, την έννοια της ποινικά ενδιαφέρουσας παράλειψης, την αιτιώδη συνάφεια, την εξωτερική αμέλεια, τα κριτήρια διάκρισης της αυτουργικής από τη συμμετοχική ευθύνη, το δόλο και τα χωροχρονικά όρια ισχύος των ποινικών νόμων.
Edition info
Table of contents +-
ΠΡΟΛΟΓΟΣ
ΣΥΝΤΟΜΟΓΡΑΦΙΕΣ
§ 1. Η δικαιοπολιτική νομιμοποίηση της θέσπισης ποινικής ευθύνης για παραλείψεις
Ι. H ανάγκη να αναπτύσσει κάθε κοινωνός ωφέλιμη δράση υπέρ των αγαθών των άλλων ως νομιμοποιητικό θεμέλιο για τη θέσπιση συναφών επιτακτικών κανόνων
1. Η αρχή της μη πρόκλησης βλάβης σε αγαθά άλλων και η αρχή της ανάπτυξης ωφέλιμης δράσης υπέρ των αγαθών άλλων ως κοινωνικές οργανωτικές αρχές
2. Η αρχή της μη πρόκλησης βλάβης σε αγαθά άλλων και η αρχή της ανάπτυξης ωφέλιμης δράσης υπέρ των αγαθών άλλων ως δικαιικές αρχές
3. Κριτήρια αντιδιαστολής των απαγορευτικών κανόνων πρόκλησης βλάβης σε αγαθά άλλων από τους επιτακτικούς κανόνες ανάπτυξης ωφέλιμης δράσης υπέρ των αγαθών άλλων
4. Διακρίσεις των επιτακτικών κανόνων ανάπτυξης ωφέλιμης δράσης υπέρ των αγαθών άλλων
α. Διακρίσεις με βάση το περιεχόμενο των επιταγών
β. Διακρίσεις με βάση τους αποδέκτες των επιταγών
γ. Διακρίσεις με βάση τη δικαιοπολιτική θεμελίωση των επιταγών
5. Δικαιοκρατικά όρια θέσπισης επιτακτικών κανόνων ανάπτυξης ωφέλιμης δράσης υπέρ των αγαθών άλλων
ΙΙ. Οι αρνητικές συνέπειες από την παράβαση των κανόνων ανάπτυξης ωφέλιμης δράσης υπέρ των αγαθών άλλων ως νομιμοποιητικό θεμέλιο για την ποινικοποίηση των σχετικών παραλείψεων
1. Οι αρνητικές συνέπειες για τα έννομα αγαθά εξαιτίας παραλείψεων ανάπτυξης της κανονιστικά επιτασσόμενης ωφέλιμης δράσης υπέρ αυτών
2. Η ουσιαστική νομιμοποίηση του ποινικού δίκαιου για την τιμώρηση των σχετικών παραλείψεων και τα όρια αυτής
α. H ανάγκη σεβασμού των αρχών της ultima ratio και της αναλογικότητας
β. Η ανάγκη συνεκτίμησης των οντολογικών διαφορών των παραλείψεων σε σύγκριση με τις ενέργειες κατά τη νοηματοδότηση των δομικών στοιχείων των εγκλημάτων παράλειψης
§ 2. Η δικαιοπολιτική νομιμοποίηση της ποινικής απαξιολογικής εξίσωσης παραλείψεων και ενεργειών ενόψει της προσβολής εννόμων αγαθών
Ι. H δυνατότητα απαξιολογικής εξίσωσης παραλείψεων και ενεργειών ενόψει προσβολών που δεν προϋποθέτουν τη μεταβολή ορισμένου υλικού αντικειμένου
ΙΙ. Δυνατότητα απαξιολογικής εξίσωσης παραλείψεων και ενεργειών (ακόμη και) ενόψει προσβολών που προϋποθέτουν τη μεταβολή ορισμένου υλικού αντικειμένου;
1. Οι παραλείψεις ως μορφή ανθρώπινης συμπεριφοράς χωρίς φυσιοκρατική αιτιώδη δύναμη
α. To εγγενές έλλειμμα φυσιοκρατικού συνδέσμου μεταξύ παραλείψεων και μεταβολών υλικών αντικειμένων και η σημασία του για την ποινική απαξιολογική εξίσωση ενεργειών και παραλείψεων ενόψει προσβολών που προϋποθέτουν τη μεταβολή ορισμένου υλικού αντικειμένου
β. To εγγενές έλλειμμα φυσιοκρατικού συνδέσμου μεταξύ παραλείψεων και μεταβολών υλικών αντικειμένων υπό το φως των θεωριών περί αιτιότητας
2. Παραλείψεις με φυσιοκρατική αιτιώδη δύναμη; Κριτική επισκόπηση (φαινομενικά) καταφατικών θέσεων της θεωρίας
3. Δυνατότητα απαξιολογικής εξίσωσης με μόνη την πλήρωση του αποθετικού τύπου της θεωρίας της conditio sine qua non (κριτήριο αποτρεπτικής αιτιότητας);
4. Ανάγκη αναζήτησης νομιμοποιητικού ερείσματος ακόμη και όταν ο νομοθέτης προβλέπει ρητά την απαξιολογική εξίσωση στη νομοτυπική περιγραφή ενός εγκλήματος;
§ 3. Το κριτήριο της ειδικής νομικής υποχρέωσης προς ενέργεια ως διεθνώς αναγνωρισμένο νομιμοποιητικό έρεισμα για την ποινική απαξιολογική εξίσωση παραλείψεων με ενέργειες
Ι. Συνοπτική επισκόπηση αλλοδαπών δικαίων
1. Εισαγωγικές παρατηρήσεις σε σχέση με το κριτήριο ταξινόμησης των αλλοδαπών εννόμων τάξεων
2. Έννομες τάξεις που έχουν θεσμοθετήσει ευρεία δυνατότητα απαξιολογικής εξίσωσης παραλείψεων και ενεργειών με ρητή διάταξη στο Γενικό Μέρος του ΠΚ
α. Αυστριακό δίκαιο
β. Γερμανικό δίκαιο
γ. Ελβετικό δίκαιο
δ. Άλλες έννομες τάξεις
3. Έννομες τάξεις που αναγνωρίζουν ευρεία δυνατότητα απαξιολογικής εξίσωσης παραλείψεων και ενεργειών δυνάμει νομολογιακά διαμορφωμένου δικαίου
α. Αγγλικό δίκαιο
β. Αμερικανικό δίκαιο
γ. Άλλες έννομες τάξεις
4. Έννομες τάξεις που αναγνωρίζουν δυνατότητα απαξιολογικής εξίσωσης παραλείψεων και ενεργειών μόνο σε περιπτώσεις που αυτό έχει προβλεφθεί ρητά από το νομοθέτη κατά τη συγκρότηση της νομοτυπικής υπόστασης ενός εγκλήματος
α. Γαλλικό δίκαιο
β. Άλλες έννομες τάξεις
5. Ενωσιακό ποινικό δίκαιο
6. Διεθνές ποινικό δίκαιο
ΙΙ. Μοντέλα θεμελίωσης ιδιαίτερων νομικών υποχρεώσεων στην αλλοδαπή βιβλιογραφία
1. Φορμαλιστικά μοντέλα (: επικέντρωση στις τυπικές πηγές δικαιικών υποχρεώσεων) και λειτουργικά μοντέλα (: επικέντρωση σε κοινωνιολογικά δεδομένα ή / και σε θεμελιώδεις δικαιικές αρχές που νομιμοποιούν την αναγνώριση ποινικής ευθύνης για παραλείψεις)
α. H θεωρία των τυπικών νομικών υποχρεώσεων (formelle Rechtspflichttheorie)
β. H θεωρία των εγγυητικών λειτουργιών (Funktionenlehre)
γ. Οι ενωτικές θεωρίες
2. Λειτουργικά μοντέλα - Νομιμοποιητικά ερείσματα εγγυητικών υποχρεώσεων
α. Το μοντέλο του Brammsen (παγιωμένες και γενικά αναγνωρισμένες προσδοκίες δράσης / verfestigte und allgemein anerkannte Handlungserwartungen)
β. Το μοντέλο του Schünemann (κυριαρχία στην αιτία του αποτελέσματος / Herrschaft über den Grund des Erfolges)
γ. Το μοντέλο του Jakobs (εγγυητικές υποχρεώσεις δυνάμει οργανωτικής ή θεσμικής αρμοδιότητας / Garantenpflichten kraft Organisations- oder institutioneller Zuständigkeit)
δ. Άλλες θεωρητικές προτάσεις για τη θεμελίωση εγγυητικών υποχρεώσεων
ΙΙΙ. Συνόψιση συμπερασμάτων από τη δικαιοσυγκριτική επισκόπηση
§ 4. Πηγές ιδιαίτερων νομικών υποχρεώσεων και έννοια των μη γνήσιων εγκλημάτων παράλειψης - Οι θέσεις της ελληνικής θεωρίας και νομολογίας
Ι. Η ρύθμιση του άρθρου 15 ΠΚ
ΙΙ. To κανονιστικό περιεχόμενο του κριτηρίου της ιδιαίτερης νομικής υποχρέωσης σύμφωνα με τις παραδοχές της ελληνικής θεωρίας και νομολογίας
1. Το «ελάχιστο δυνατό» –με βάση τη διατύπωση του άρθρου 15 ΠΚ– και κοινά αποδεκτό κανονιστικό περιεχόμενο του κριτηρίου της ιδιαίτερης νομικής υποχρέωσης: ειδική δικαιική υποχρέωση παροχής ενεργητικής προστασίας έναντι της επέλευσης ορισμένου αποτελέσματος
2. Η έννοια του όρου «αποτέλεσμα» κατά το άρθρο 15 ΠΚ και η συγκρότηση των δογματικών κατηγοριών των «εγκλημάτων αποτελέσματος» και των «μη γνήσιων εγκλημάτων παράλειψης»
α. Οι θέσεις της ελληνικής θεωρίας
i. Απόψεις που δίνουν έμφαση στη νομοτυπική περιγραφή του αδικήματος και στη δυνατότητα χωροχρονικής διάκρισης της τυποποιούμενης μεταβολής σε σχέση με τη συμπεριφορά που την προκαλεί
ii. Απόψεις που δίνουν έμφαση στη φύση και το περιεχόμενο των παραβιαζόμενων κανόνων συμπεριφοράς
β. Οι θέσεις της ελληνικής νομολογίας
γ. Συνοπτική επισκόπηση απόψεων που υποστηρίζονται στην αλλοδαπή θεωρία και ιδίως τη γερμανική
δ. H σημασία της διάκρισης μεταξύ γνήσιων και μη γνήσιων εγκλημάτων παράλειψης για άλλα δογματικά ζητήματα ανεξάρτητα από την προβληματική του άρθρου 15 ΠΚ
3. Πηγές ιδιαίτερων νομικών υποχρεώσεων - Οι θέσεις της ελληνικής θεωρίας
α. H εκπεφρασμένη βούληση του ιστορικού νομοθέτη υπέρ του μοντέλου των τυπικών νομικών υποχρεώσεων
β. Η νοηματοδότηση των τριών επιμέρους πηγών του μοντέλου (νόμος - σύμβαση - προγενέστερη επικίνδυνη ενέργεια) από την ελληνική θεωρία
i. Νόμος
ii. Σύμβαση - Εκούσια ανάληψη προστατευτικής θέσης
iii. Προγενέστερη επικίνδυνη ενέργεια
γ. Οι θέσεις της ελληνικής θεωρίας έναντι των επιλογών του ιστορικού νομοθέτη και οι εμφανιζόμενες τάσεις για διεύρυνση των κλασικών πηγών με επίκληση του μοντέλου των εγγυητικών λειτουργιών
δ. Οι προτάσεις (μερικής) αξιοποίησης της θεωρίας των εγγυητικών λειτουργιών (αποκλειστικά) για την περιστολή της ευθύνης που προκύπτει με βάση το μοντέλο των τυπικών νομικών υποχρεώσεων
ε. H αξίωση επαρκούς νομοθετικής εξειδίκευσης του περιεχομένου της ιδιαίτερης νομικής υποχρέωσης
4. Πηγές ιδιαίτερων νομικών υποχρεώσεων - Οι θέσεις της ελληνικής νομολογίας
α. Ρητή διάταξη νόμου ή σύμπλεγμα νομικών καθηκόντων συνδεόμενων με ορισμένη έννομη θέση
β. Εκούσια ανάληψη υποχρέωσης αποτροπής κινδύνων στο μέλλον
γ. Προηγούμενη συμπεριφορά που δημιούργησε τον κίνδυνο επέλευσης του αποτελέσματος
δ. Οι θέσεις της ελληνικής νομολογίας έναντι των προτεινόμενων στη θεωρία δυνατοτήτων αξιοποίησης του μοντέλου των εγγυητικών λειτουργιών
ε. Συνόψιση
ΙΙΙ. H ανεπάρκεια των μέχρι σήμερα προσεγγίσεων για μια συνολική δικαιοκρατική οριοθέτηση του κριτηρίου της ιδιαίτερης νομικής υποχρέωσης
1. Κρίσιμα ερμηνευτικά ερωτήματα κατά την εννοιολόγηση του κριτηρίου της ιδιαίτερης νομικής υποχρέωσης υπό το φως του στόχου της αντιστάθμισης του εγγενούς φυσιοκρατικού ελλείμματος των παραλείψεων
2. Η ανεπάρκεια των θέσεων της νομολογίας
3. Οι ασάφειες στις θέσεις της θεωρίας
§ 5. Πηγές ιδιαίτερων νομικών υποχρεώσεων και έννοια των μη γνήσιων εγκλημάτων παράλειψης - Οι θέσεις της μελέτης
I. Νοηματοδότηση του όρου «αποτέλεσμα» και προσδιορισμός της εμβέλειας του άρθρου 15 ΠΚ
1. Μεθοδολογικά προλεγόμενα
2. «Αποτέλεσμα» ως μεταβολή υλικού αντικειμένου, όχι κατ' ανάγκη χωροχρονικά διακριτή από την τυποποιούμενη συμπεριφορά που την προκαλεί
3. «Αποτέλεσμα», κατά την έννοια του άρθρου 15 ΠΚ, και η πρόκληση μίας μεταβολής σε ένα «κανονιστικά» συγκροτούμενο μέγεθος(;)
4. «Αποτέλεσμα», κατά την έννοια του άρθρου 15 ΠΚ, και ο επηρεασμός της σκέψης άλλων ή η «πρόκληση» αυτοκυβερνούμενών πράξεων άλλων(;)
5. Ενδιάμεση συνόψιση συμπερασμάτων ως προς τη λειτουργική νοηματοδότηση του όρου «αποτέλεσμα» κατά την έννοια του άρθρου 15 ΠΚ
6. Υπαγωγή στο άρθρο 15 ΠΚ και διατάξεων που προϋποθέτουν την πρόκληση του τυποποιούμενου σ' αυτές αποτελέσματος με συγκεκριμένη, ειδικά περιγραφόμενη ενέργεια(;)
7. Υπαγωγή στο άρθρο 15 ΠΚ και διατάξεων που τυποποιούν (ρητά) παραλείψεις ως ισοδύναμο προς ενέργειες τρόπο πρόκλησης του περιγραφόμενου σ' αυτές αποτελέσματος(;)
8. Ποινικές διατάξεις που δεν περιέχουν «αποτέλεσμα» κατά την έννοια του άρθρου 15 ΠΚ και δυνατότητα εφαρμογής τους (και) επί παραλείψεων
9. Προτάσεις για τη χρήση των όρων «γνήσιο» και «μη γνήσιο» έγκλημα παράλειψης
II. Δικαιοκρατικά αποδεκτές πηγές (: νόμιμες αιτίες γέννησης) ιδιαίτερων νομικών υποχρεώσεων
1. Μεθοδολογικά προλεγόμενα και εποπτική παράθεση των κατ' ιδίαν πηγών
α. Μοντέλο των τυπικών νομικών υποχρεώσεων ή μοντέλο των εγγυητικών λειτουργιών;
β. Αναγκαία προαπαιτούμενα για την τυπική και ουσιαστική νομιμοποίηση μιας «πηγής» ιδιαίτερων νομικών υποχρεώσεων
γ. Η λειτουργική ανανοηματοδότηση των όρων «σύμβαση» (: εκούσια ανάληψη προστατευτικού ρόλου που επηρεάζει το σχεδιασμό της αμυντικής θωράκισης του εννόμου αγαθού), «προγενέστερη επικίνδυνη ενέργεια» (: δημιουργία του κινδύνου που βιώνει το έννομο αγαθό) και «νόμος» (: νομοθετική επιφόρτιση με προστατευτικά καθήκοντα δυνάμει εύλογων κριτηρίων για την αντιμετώπιση μίας θεμελιώδους κοινωνικής οργανωτικής ανάγκης)
2. Εκούσια ανάληψη προστατευτικού ρόλου που επιδρά στο σχεδιασμό της αμυντικής θωράκισης του προσβαλλόμενου εννόμου αγαθού έναντι του κινδύνου τον οποίον βιώνει
α. Τυπική και ουσιαστική νομιμοποίηση
β. Σχέσεις κοινωνικής αβροφροσύνης και άκυρες συμβάσεις που επιδρούν στο σχεδιασμό της αμυντικής θωράκισης του εννόμου αγαθού
γ. Έγκυρες συμβάσεις χωρίς επίδραση στο σχεδιασμό της αμυντικής θωράκισης του εννόμου αγαθού
δ. Αποδεικτικές αξιώσεις σε σχέση με τα επιμέρους στοιχεία της πηγής.
3. Προηγούμενη συμπεριφορά που δημιουργεί τον κίνδυνο τον οποίο βιώνει το έννομο αγαθό
α. Τυπική και ουσιαστική νομιμοποίηση
β. Τα ειδικότερα χαρακτηριστικά της προηγούμενης συμπεριφοράς
i. Πρέπει η προηγούμενη συμπεριφορά να είναι εκτός από επικίνδυνη και παράνομη (άδικη); - Ο κανόνας και οι εξαιρέσεις του
ii. Κριτήρια στοιχειοθέτησης του παρανόμου (αδίκου) της προηγούμενης συμπεριφοράς
iii. Μπορεί η προηγούμενη συμπεριφορά να συνίσταται και σε μία παράλειψη;
γ. Τα ειδικότερα χαρακτηριστικά του κινδύνου
i. Γενικότερες σκέψεις για την έννοια του κινδύνου
ii. Ο κίνδυνος ως κριτήριο οριοθέτησης του περιεχομένου ή / και θεμελίωσης ιδιαίτερων νομικών υποχρεώσεων και, ειδικότερα, των υποχρεώσεων από προηγούμενη επικίνδυνη συμπεριφορά
δ. Μπορούν δόλιες πράξεις που αποβλέπουν στην πρόκληση του αποτελέσματος να θεμελιώσουν ιδιαίτερη νομική υποχρέωση αποτροπής του;
ε. Μπορούν πράξεις απλής συνέργειας να θεμελιώσουν ιδιαίτερη νομική υποχρέωση αποτροπής της επαπειλούμενης αυτουργικής πράξης;
4. Νομοθετική επιφόρτιση με προστατευτικά καθήκοντα βάσει εύλογων κριτηρίων στο πλαίσιο της κοινωνικά αναγκαίας κατανομής προστατευτικών ρόλων για την αντιμετώπιση θεμελιωδών ζητημάτων κοινωνικής οργάνωσης
α. Τυπική και ουσιαστική νομιμοποίηση
β. Προστατευτικές υποχρεώσεις του κράτους και των υπαλλήλων του έναντι ατομικών και κοινωνικών εννόμων αγαθών
γ. Προστατευτικές υποχρεώσεις των πολιτών και των κρατικών υπαλλήλων έναντι κρατικών εννόμων αγαθών
δ. Προστατευτικές υποχρεώσεις των γονέων έναντι εννόμων αγαθών των παιδιών τους
ε. Προστατευτικές υποχρεώσεις όσων εξουσιάζουν κινδυνογόνα αντικείμενα ή διευθύνουν κινδυνογόνες δραστηριότητες έναντι εννόμων αγαθών που εισέρχονται στην εμβέλεια κινδύνων παραγόμενων από αυτά τα αντικείμενα ή τις δραστηριότητες
στ. Προστατευτικές υποχρεώσεις όσων διοικούν συλλογικές οντότητες έναντι εννόμων αγαθών που εισέρχονται στην εμβέλεια κινδύνων παραγόμενων από τη συλλογική δράση
ζ. Προστατευτικές υποχρεώσεις όσων ελέγχουν ακαταλόγιστα πρόσωπα έναντι εννόμων αγαθών που εισέρχονται στην εμβέλεια κινδύνων παραγόμενων από αυτά τα πρόσωπα
η. Προστατευτικές υποχρεώσεις κάθε συζύγου έναντι των εννόμων αγαθών του άλλου
III. Εξέταση άλλων περιπτώσεων που προτείνονται ως «πηγές»
1. Δικαιικά ρυθμισμένες σχέσεις στενού φυσικού ή κοινωνικού δεσμού μεταξύ προσώπων πέρα από τη σχέση γονέα προς τέκνο και τη σχέση μεταξύ συζύγων (π.χ. συγγένεια εξ αίματος, σχέσεις μνηστείας)
2. Δικαιικά αρρύθμιστες σχέσεις στενού κοινωνικού δεσμού μεταξύ προσώπων (π.χ. σχέσεις φιλίας, σχέσεις συγκατοίκησης, ερωτικές σχέσεις)
3. Εκούσια συμμετοχή σε ομάδες που επιδιώκουν την άσκηση κάποιας δραστηριότητας επικίνδυνης για τα μέλη τους (π.χ. ορειβασία, καταδύσεις)
4. Θεσμική εξουσία έναντι προσώπων ή πραγμάτων (π.χ. διευθυντικό δικαίωμα, δικαίωμα στο απαραβίαστο της κατοικίας, δικαίωμα κυριότητας) ως αυτοτελής πηγή
5. Ρητή διάταξη νόμου που επιβάλλει προστατευτικά καθήκοντα
α. Αυτόματη αξιολόγηση ως ιδιαίτερης, κατά την έννοια του άρθρου 15 ΠΚ, κάθε ειδικής εξωποινικής προστατευτικής υποχρέωσης που καθιδρύεται με διατάξεις του ιδιωτικού ή δημοσίου δικαίου;
β. Δυνατότητα αξιολόγησης ως ιδιαίτερης, κατά την έννοια του άρθρου 15 ΠΚ, και εκείνης της ειδικής εξωποινικής υποχρέωσης, η παράβαση της οποίας τυποποιείται ήδη ρητά από το νομοθέτη με τη μορφή γνήσιου εγκλήματος παράλειψης;
γ. Δυνατότητα χρησιμοποίησης ως «πηγών» και εκείνων των ποινικών διατάξεων με τις οποίες θεσπίζονται γνήσια εγκλήματα παράλειψης;
6. Συμπέρασμα ως προς την ύπαρξη και άλλων δικαιοκρατικά αποδεκτών «πηγών»
§ 6. Βασικές αρχές για τον προσδιορισμό του περιεχομένου ιδιαίτερων νομικών υποχρεώσεων
I. Εγγενείς περιορισμοί του περιεχομένου κάθε ιδιαίτερης νομικής υποχρέωσης συναγόμενοι από τη νόμιμη αιτία γέννησής της
1. Περιορισμοί απορρέοντες από το περιεχόμενο της εκούσιας ανάληψης, τα χαρακτηριστικά του δημιουργηθέντος κινδύνου και τη δικαιολογητική βάση της νομοθετικής επιφόρτισης
2. Περιορισμοί συνδεόμενοι με την ταξινομική διάκριση μεταξύ εγγυητών-προστατών και εγγυητών-εποπτών
3. Η ιδιαίτερη νομική υποχρέωση ως δέσμη επιμέρους υποχρεώσεων για επιμέρους τελολογικά προσδιοριζόμενες ενέργειες
II. Προσδιορισμός του περιεχομένου ιδιαίτερων νομικών υποχρεώσεων με περισσότερες νόμιμες αιτίες γέννησης
1. Ιδιαίτερες νομικές υποχρεώσεις εργοδοτών
2. Ιδιαίτερες νομικές υποχρεώσεις γιατρών
3. Ιδιαίτερες νομικές υποχρεώσεις γονέων και συζύγων
4. Ιδιαίτερες νομικές υποχρεώσεις διοικητών και στελεχών επιχειρήσεων
5. Ιδιαίτερες νομικές υποχρεώσεις δημοσίων υπαλλήλων
6. Δυνατότητα αναγνώρισης ιδιαίτερων νομικών υποχρεώσεων με σύνθεση επιμέρους προϋποθέσεων διαφορετικών πηγών(;)
III. Προσδιορισμός των ποινικά υπόχρεων φυσικών προσώπων σε περιπτώσεις που ως πρωτογενής φορέας μίας ιδιαίτερης νομικής υποχρέωσης εμφανίζεται μία συλλογική οντότητα
1. Οι συλλογικές οντότητες ως πρωτογενείς φορείς ιδιαίτερων νομικών υποχρεώσεων
2. Ο μηχανισμός μετακύλισης των υποχρεώσεων των συλλογικών οντοτήτων στους νομίμους εκπροσώπους και στα υπόλοιπα στελέχη τους
3. Συνέπειες των εσωτερικών συμφωνιών κάθετης μεταβίβασης αρμοδιοτήτων
4. Συνέπειες των εσωτερικών συμφωνιών οριζόντιας κατανομής αρμοδιοτήτων
IV. Προσδιορισμός των ποινικά υπόχρεων φυσικών προσώπων σε περιπτώσεις συμβατικής κατανομής ή μετάθεσης ιδιαίτερων νομικών υποχρεώσεων εκτός συλλογικών οντοτήτων
V. Οι κίνδυνοι για έννομα αγαθά του υπόχρεου σε περίπτωση ανάληψης προστατευτικής δράσης ως παράγοντας για τον προσδιορισμό του περιεχομένου της ιδιαίτερης νομικής υποχρέωσης
1. Εισαγωγή στην προβληματική
2. Οι θέσεις της θεωρίας
3. Η θέση της μελέτης
§ 7. Σχέσεις της ιδιαίτερης νομικής υποχρέωσης με άλλα στοιχεία που συγκαθορίζουν την ποινική ευθύνη
Ι. Ιδιαίτερη νομική υποχρέωση και ποινικά ενδιαφέρουσα παράλειψη
1. Προϋποθέσεις της ποινικά ενδιαφέρουσας παράλειψης στα μη γνήσια εγκλήματα παράλειψης
α. Η παράλειψη ως μορφή συμπεριφοράς συνιστάμενης στην μη επιχείρηση συγκεκριμένης ενέργειας
β. Ποιοτικά χαρακτηριστικά της παραλειπόμενης συγκεκριμένης ενέργειας - Ειδικότερα, το κοινωνικά αναμενόμενο αυτής
i. Προσφορότητα της ενέργειας για την πρόληψη ή καταστολή του κινδύνου επέλευσης ορισμένου νομοτυπικού αποτελέσματος
ii. Κοινωνικά αναμενόμενο της ενέργειας
γ. Φυσική ικανότητα του δράστη για επιχείρηση της παραλειπόμενης ενέργειας
δ. Φυσική ικανότητα του δράστη για νοητική σύνδεση με την παραλειπόμενη ενέργεια
2. Κρίσιμος χρόνος για τον έλεγχο της φυσικής ικανότητας επιχείρησης της προστατευτικής ενέργειας
α. Ιδιαίτερες νομικές υποχρεώσεις για πρόληψη του κινδύνου επέλευσης του νομοτυπικού αποτελέσματος
β. Ιδιαίτερες νομικές υποχρεώσεις για καταστολή του κινδύνου επέλευσης του νομοτυπικού αποτελέσματος
ΙΙ. Ιδιαίτερη νομική υποχρέωση και αιτιώδης συνάφεια
1. Η αιτιώδης συνάφεια ως άγραφο στοιχείο της αντικειμενικής υπόστασης των μη γνήσιων εγκλημάτων παράλειψης
2. Η νοηματική διασύνδεση μεταξύ του στοιχείου της αιτιώδους συνάφειας, του στοιχείου της ιδιαίτερης νομικής υποχρέωσης και των προϋποθέσεων συγκρότησης της ποινικά ενδιαφέρουσας παράλειψης.
III. Ιδιαίτερη νομική υποχρέωση και κριτήρια για τη διάκριση των διαφόρων μορφών συμμετοχής
1. Το περιεχόμενο της ιδιαίτερης νομικής υποχρέωσης ως άξονας θεωρητικών προτάσεων για την επίλυση ζητημάτων συμμετοχής
2. Περιπτώσεις πρόκλησης του αποτελέσματος από ενέργεια άλλου
3. Περιπτώσεις πρόκλησης του αποτελέσματος από ενέργεια του θύματος.
4. Περιπτώσεις πρόκλησης του αποτελέσματος από φυσική δύναμη
5. Περιπτώσεις παράλειψης αποτροπής της παράλειψης τρίτων
ΙV. Ιδιαίτερη νομική υποχρέωση και εξωτερική αμέλεια
1. Η συνάντηση των δογματικών μεγεθών της αμέλειας και της παράλειψης ως γενεσιουργός αιτία σύνθετων ζητημάτων
2. Η δυνατότητα κατάφασης ποινικής ευθύνης από αμέλεια για παραλείψεις χωρίς προσφυγή στους όρους του άρθρου 15 ΠΚ ως πάγια θέση της ελληνικής νομολογίας
3. Η «εξωτερική αμέλεια» και οι συναφείς υποχρεώσεις επιμέλειας ως άγραφα στοιχεία των ειδικών υποστάσεων των εγκλημάτων αμέλειας
4. Κριτική ανάλυση των θέσεων της νομολογίας, υπό το φως και των νεότερων αντιλήψεων για το περιεχόμενο της έννοιας της αμέλειας
5. Η τελική θέση της μελέτης
V. Ιδιαίτερη νομική υποχρέωση και δόλος
1. Η γέννηση και το περιεχόμενο ιδιαίτερων νομικών υποχρεώσεων ως αντικείμενο γνωστικού σφάλματος - Τυπολογία περιπτώσεων πλάνης
2. Οι θέσεις της θεωρίας και της νομολογίας
3. Η θέση της μελέτης
§ 8. Ιδιαίτερη νομική υποχρέωση και χωροχρονικά όρια ισχύος των ποινικών νόμων
I. Ιδιαίτερη νομική υποχρέωση και τοπικά όρια ισχύος των ποινικών νόμων.
1. Το αλλοδαπό δίκαιο ως σημείο αναφοράς για τη νοηματοδότηση επιμέρους στοιχείων της ειδικής υπόστασης εγκλημάτων
2. Το αλλοδαπό δίκαιο ως σημείο αναφοράς για τη στοιχειοθέτηση ιδιαίτερων νομικών υποχρεώσεων κατά την έννοια του άρθρου 15 ΠΚ
α. Όρια επιτρεπτής αναφοράς στο αλλοδαπό δίκαιο συναγόμενα από τα «θεσμικά-εγγυητικά» χαρακτηριστικά των επιμέρους πηγών που αναγνωρίζει το άρθρο 15 ΠΚ
β. Περιπτώσεις επιτρεπτής αναφοράς στο αλλοδαπό δίκαιο
II. Ιδιαίτερη νομική υποχρέωση και χρονικά όρια ισχύος των ποινικών νόμων
1. Τα δεδομένα του προβλήματος
2. Οι θέσεις της θεωρίας και της νομολογίας
3. Η θέση της μελέτης
§ 9. Επίμετρο: Ανοιχτά ερευνητικά ζητήματα και de lege ferenda προτάσεις
I. Ανοιχτά ερευνητικά ζητήματα
II. De lege ferenda προτάσεις
§ 10. Συνόψιση των βασικών θέσεων της μελέτης
1. Υφίστανται επαρκή ουσιαστικά ερείσματα για την αναγνώριση κοινωνικοηθικών υποχρεώσεων ανάπτυξης ωφέλιμης δράσης υπέρ των αγαθών άλλων;
2. Υφίστανται επαρκή ουσιαστικά ερείσματα για τη θέσπιση δικαιικών υποχρεώσεων ανάπτυξης ωφέλιμης δράσης υπέρ των αγαθών άλλων και για την ποινικοποίηση των αντίστοιχων παραλείψεων;
3. Είναι επιτρεπτή, με σημείο αναφοράς την επελθούσα προσβολή ενός εννόμου αγαθού, η απαξιολογική εξίσωση παραλείψεων και ενεργειών μέσω της υπαγωγής τους στο ίδιο πλαίσιο απειλούμενης ποινής;
4. Υπάρχουν παραλείψεις με «γνήσια» αιτιώδη δύναμη σε ό,τι αφορά τη μεταβολή υλικών αντικειμένων;
5. Ποια θέση υιοθετούν αλλοδαπές έννομες τάξεις σε σχέση με τη δυνατότητα (και τα κριτήρια) ποινικής απαξιολογικής εξίσωσης παραλείψεων με ενέργειες που προκαλούν την μεταβολή ορισμένου υλικού αντικειμένου;
6. Ποιος είναι ο ορθότερος δογματικά τρόπος νοηματοδότησης της έννοιας «έγκλημα με αποτέλεσμα», όπως αυτή χρησιμοποιείται στο άρθρο 15 ΠΚ, και ποιες τυποποιήσεις εμπίπτουν τελικά στο πεδίο εφαρμογής αυτού του άρθρου;
7. Ποιος είναι ο επωφελέστερος δογματικά τρόπος νοηματοδότησης των εννοιών «μη γνήσιο» και «γνήσιο» έγκλημα παράλειψης;
8. Ποιοι είναι οι γνωστότεροι μεθοδολογικοί ιδεότυποι για τη θεμελίωση ιδιαίτερων νομικών υποχρεώσεων και ποια είναι τα βασικότερα πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα τους;
9. Ποια είναι τα ακραία όρια αναγνώρισης ιδιαίτερων νομικών υποχρεώσεων κατά την έννοια του άρθρου 15 ΠΚ;
10. Ποιες είναι οι νόμιμες αιτίες γέννησης («πηγές») ιδιαίτερων νομικών υποχρεώσεων κατά την έννοια του άρθρου 15 ΠΚ και, κατ' επέκταση, πόσες κατηγορίες ιδιαίτερων νομικών υποχρεώσεων υπάρχουν;
11. Αρκεί η κατάρτιση μίας έγκυρης σύμβασης, με την οποία συνομολογούνται προστατευτικές υποχρεώσεις, για τη θεμελίωση μίας ιδιαίτερης νομικής υποχρέωσης;
12. Πρέπει μια προηγούμενη επικίνδυνη συμπεριφορά να είναι και (τελικά) άδικη, προκειμένου να θεμελιώνεται ιδιαίτερη νομική υποχρέωση αποτροπής του απειλούμενου εξαιτίας της βλαπτικού αποτελέσματος;
13. Σε ποιες περιπτώσεις μπορεί να γίνεται λόγος για επιτακτική ανάγκη κατανομής προστατευτικών ρόλων σε επιμέρους κοινωνούς και ποια είναι τα εύλογα κριτήρια που νομιμοποιούν την επιλογή συγκεκριμένων προσώπων και, κατ' επέκταση, την αναγωγή τους σε φορείς «ιδιαίτερων» νομικών υποχρεώσεων κατά την έννοια του άρθρου 15 ΠΚ;
14. Συνιστούν πάντα ιδιαίτερες νομικές υποχρεώσεις οι διάφορες υποχρεώσεις προς ενέργεια που θεσπίζονται από τη νομοθεσία για τα στελέχη του κρατικού μηχανισμού;
15. Συνιστούν πάντα ιδιαίτερες νομικές υποχρεώσεις οι διάφορες υποχρεώσεις προς ενέργεια που θεσπίζονται από τη νομοθεσία για όσους μετέρχονται συγκεκριμένες επιχειρηματικές και επαγγελματικές δραστηριότητες ή εξουσιάζουν κινδυνογόνα αντικείμενα;
16. Θεμελιώνουν οι στενές βιοτικές σχέσεις ή η εκούσια συμμετοχή σε ομάδες κοινού κινδύνου αυτοτελώς κάποια ιδιαίτερη νομική υποχρέωση;
17. Θεμελιώνουν οι θεσμικές σχέσεις εξουσίασης έναντι προσώπων (π.χ. εργαζομένων) ή πραγμάτων (π.χ. κατοικίας) αυτοτελώς κάποια ιδιαίτερη νομική υποχρέωση;
18. Σε τι συνίσταται το περιεχόμενο των ιδιαίτερων νομικών υποχρεώσεων και πότε θεμελιώνεται παράβασή τους;
19. Υφίστανται περιορισμοί στο περιεχόμενο των ιδιαίτερων νομικών υποχρεώσεων που να συνδέονται εγγενώς με την πηγή τους;
20. Έχει νόημα, ενόψει των κεντρικών παραδοχών της μελέτης, η διατήρηση της διάκρισης μεταξύ εγγυητών-προστατών και εγγυητών-εποπτών ή η αναγνώριση της εγγυητικής θέσης ως άγραφου στοιχείου της αντικειμενικής υπόστασης των μη γνήσιων εγκλημάτων παράλειψης;
21. Πως πρέπει να προσδιορίζεται το περιεχόμενο ιδιαίτερων νομικών υποχρεώσεων που πηγάζουν από περισσότερες νόμιμες αιτίες;
22. Ποιος είναι ο τελικός αποδέκτης των ιδιαίτερων νομικών υποχρεώσεων που βαρύνουν πρωταρχικά μία συλλογική οντότητα και ποιες αλλαγές μπορεί να υφίστανται αυτές ως προς το περιεχόμενό τους κατά τη διαδικασία της μετακύλισής τους;
23. Συνιστούν η έκταση και ένταση των «θυσιών», στις οποίες θα έπρεπε να υποβληθεί ο φορέας μίας ιδιαίτερης νομικής υποχρέωσης προκειμένου να αποτρέψει το αξιόποινο αποτέλεσμα, παράγοντες που πρέπει να λαμβάνονται υπόψη κατά τον προσδιορισμό του περιεχομένου της υποχρέωσής του ή, έστω, κατά τη στοιχειοθέτηση της ποινικής ευθύνης του;
24. Πρέπει η ικανότητα προς επιχείρηση της ενέργειας που είναι αναγκαία για την αποτροπή του αξιόποινου αποτελέσματος να υφίσταται οπωσδήποτε κατά τη στιγμή που επίκειται η επέλευση του;
25. Ποια είναι η σχέση των ιδιαίτερων νομικών υποχρεώσεων με το στοιχείο της αιτιώδους συνάφειας κατά τη θεμελίωση της ευθύνης για μη γνήσια εγκλήματα παράλειψης;
26. Ποια αξιολογική βαρύτητα οφείλει να προσδίδει κανείς στην ιδιαίτερη νομική υποχρέωση κατά την κρίση ζητημάτων συμμετοχής;
27. Υπάρχουν ψήγματα ορθότητας στη θέση του Ακυρωτικού ότι είναι επιτρεπτή υπό προϋποθέσεις (: αμέλεια συνιστάμενη σε «ορισμένη παράλειψη») η υπαγωγή παραλείψεων σε διατάξεις που τυποποιούν εγκλήματα αποτελέσματος από αμέλεια χωρίς συνεφαρμογή του άρθρου 15 ΠΚ και αιτιολόγηση της συνδρομής των επιμέρους προϋποθέσεων του;
28. Πώς πρέπει να αξιολογούνται οι περιπτώσεις εσφαλμένων παραστάσεων του δράστη ως προς τα πραγματικά και νομικά δεδομένα που συνδέονται με την ιδιαίτερη νομική υποχρέωση του;
29. Επιτρέπεται να προσδιορίζονται οι πηγές και το περιεχόμενο ιδιαίτερων νομικών υποχρεώσεων σε περιπτώσεις εγκλημάτων παράλειψης που τελούνται στην αλλοδαπή με σημείο αναφοράς διατάξεις του ιδιωτικού ή δημοσίου δικαίου της αλλοδαπής έννομης τάξης;
30. Υπάγονται οι εξωποινικές διατάξεις, που καθιδρύουν ιδιαίτερες νομικές υποχρεώσεις κατά την έννοια του άρθρου 15 ΠΚ, στις αρχές του διαχρονικού ποινικού δικαίου (: απαγόρευση αναδρομικής εφαρμογής αυστηρότερων ποινικών νόμων, επιταγή αναδρομικής εφαρμογής επιεικέστερων ποινικών νόμων);
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
ΕΥΡΕΤΗΡΙΟ