Π. Κολοτούρος, Η αναγνώρισις της αγωγής, 2021
Λέγεται συχνά και επαναλαμβάνεται ότι ο αυστηρός διαχωρισμός του δικονομικού από του ουσιαστικού δικαίου και ο εντεύθεν προκύπτων δυϊσμός της εννόμου τάξεως υπαγορεύεται εκ του λόγου, ότι το δικονομικόν δίκαιον είναι δημόσιον δίκαιον, το οποίον, κατ’ αντίθεσιν προς το ιδιωτικόν, συνιστά εκδήλωσιν της ασκουμένης υπό της πολιτείας δικαιοδοτικής λειτουργίας. Αλλά η συστηματική καθυπόταξις του δικονομικού εις το δημόσιον δίκαιον δεν δύναται ν’ αποκρύψη την λειτουργικήν αντιστοιχίαν δικονομικών και ουσιαστικών „accidentalia negotii“ και συνεπώς να συσκοτίση την κανονιστικήν διασύνδεσιν των περί ων πρόκειται δικαιικών κλάδων. Ορθώς επομένως επιλέγεται ότι εις την φύσιν και τον σκοπόν του δικονομικού δικαίου ανταποκρίνεται να τελή εν αλληλεξαρτήσει προς το ουσιαστικόν, δημόσιον ή ιδιωτικόν, δίκαιον, δοθέντος ότι οι δικονομικοί κανόνες είναι κατά προορισμόν υποτεταγμένοι εις την πραγμάτωσιν των διά των ουσιαστικών κανόνων καθιδρυομένων δημοσίων ή ιδιωτικών εννόμων σχέσεων.
Η τοιαύτη αλληλεξάρτησις εκδηλούται κυρίως εις το πεδίον των κανόνων δικαίου, οι οποίοι εξαρτούν την επέλευσιν δικονομικών εννόμων συνεπειών από την συνδρομήν ουσιαστικού δικαίου προϋποθέσεων. Η αναγνώρισις της αγωγής κατά τον ελληνικόν Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, το άρθρον 298 του οποίου ορίζει ότι, συντρεχουσών των προϋποθέσεων του ουσιαστικού δικαίου, δύναται ο εναγόμενος ν’ αποδεχθή την αγωγήν, αναγνωρίζων εν όλω ή εν μέρει το δι’ αυτής ασκηθέν δικαίωμα, αποτελεί εύγλωττον παράδειγμα τοιαύτης συμπλοκής ουσιαστικού δικαίου προϋποθέσεων και δικονομικού δικαίου εννόμων συνεπειών. Αποτελεί συγχρόνως και απόδειξιν του ότι το θετικόν δίκαιον αποστρέφεται τον «Δυαδισμόν» („Dualismus“), τον κάθετον δηλαδή τεμαχισμόν της δικαιικής ύλης εις στεγανά γνωστικά αντικείμενα και απομονώσιμα θεωρητικά πεδία.
Τον δυαδισμόν της εννόμου τάξεως, την δυαλιστικήν τουτέστιν θεώρησιν της δικονομικής και ουσιαστικής δικαιοταξίας, αποστρέφεται και η παρούσα μελέτη. Διό και αντιμετωπίζει την αναγνώρισιν της αγωγής ως αμιγή μεν διαδικαστικήν πράξιν, έχουσαν όμως ως αντικείμενον όχι την λεγομένην «δικονομικήν αξίωσιν», αλλά την υπό του ενάγοντος επικαλουμένην έννομον συνέπειαν του ουσιαστικού δικαίου. Αύτη άλλωστε -και όχι η εκ της γερμανικής θεωρίας ασμένως μεταφερθείσα και υπό μερίδος της ημεδαπής επιστήμης ακρίτως υιοθετηθείσα δικονομική αξίωσις- αποτελεί κατά το ελληνικόν δικονομικόν δίκαιον το αντικείμενον της δίκης.
Edition info
Table of contents +-
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ
Πρoλεγόμενα
Συντομογραφίαι
§ 1. Εισαγωγή
§ 2. Νομική φύσις της αναγνωρίσεως
Α. Η αναγνώρισις ως διαμορφωτική διαδικαστική πράξις
Β. Η αναγνώρισις ως δικονομική δήλωσις βουλήσεως και μονομερής διαδικαστική δικαιοπραξία
Γ. Η αναγνώρισις ως διαθετική διαδικαστική δικαιοπραξία
Δ. Η αναγνώρισις ως αμιγής διαδικαστική πράξις
§ 3. Αντικείμενον της αναγνωρίσεως
Α. Αναγνώρισις του νομικού ισχυρισμού περί της συνδρομής της αιτουμένης ουσιαστικής εννόμου συνεπείας
Ι. Ισχυρισμός περί συγκεκριμένης ή αφηρημένης ουσιαστικής εννόμου συνεπείας;
1. Συγκεκριμένος νομικός ισχυρισμός
α. Ισχυρισμός κρινόμενος εκ του πραγματικού και της εννόμου συνεπείας κανόνος του ουσιαστικού δικαίου
β. Ουσιαστικαί θεωρίαι
2. Αφηρημένος νομικός ισχυρισμός
α. Δικονομικαί θεωρίαι
β. Ουσιαστικαί θεωρίαι δικονομικού προσανατολισμού
γ. Συγκερασμός δικονομικών και δικονομικού προσανατολισμού ουσιαστικών θεωριών
ΙΙ. Ο αφηρημένος νομικός ισχυρισμός ως αντικείμενον της δίκης και του δεδικασμένου κατά το γερμανικόν δικονομικόν δίκαιον
1. Αι διατάξεις των άρθρων 253 ΙΙ 2 και 322 Ι γερμΠολΔ
2. Διμερής προσδιορισμός του αντικειμένου της δίκης και του δεδικασμένου
ΙΙΙ. Ο συγκεκριμένος νομικός ισχυρισμός ως αντικείμενον της δίκης και του δεδικασμένου κατά το ελληνικόν δικονομικόν δίκαιον
1. Αι διατάξεις των άρθρων 216 και 324 ΚΠολΔ
2. Τριμερής προσδιορισμός του αντικειμένου της δίκης και του δεδικασμένου
3. Σύνοψις
IV. Ο συγκεκριμένος νομικός ισχυρισμός ως αντικείμενον της αναγνωρίσεως κατά το ελληνικόν δικονομικόν δίκαιον
V. Αοριστία και νομική αβασιμότης του νομικού ισχυρισμού περί της συνδρομής της αιτουμένης ουσιαστικής εννόμου συνεπείας
1. Αναγνώρισις αορίστου αγωγής
α. Αοριστία της ιστορικής αιτίας
β. Αοριστία του αιτήματος
2. Αναγνώρισις νόμω αβασίμου αγωγής
α. Αβασιμότης της νομικής αιτίας
β. Αβασιμότης του αιτήματος
Β. Ποσοτική και ποιοτική αναγνώρισις του νομικού ισχυρισμού περί της συνδρομής της αιτουμένης ουσιαστικής εννόμου συνεπείας
Ι. Ποσοτική αναγνώρισις του ισχυρισμού
1. Ολική και μερική αναγνώρισις
2. Αναγνώρισις και συρροή αξιώσεων
α. Αξιώσεις με διάφορον αντικείμενον παροχής
β. Αξιώσεις με το αυτό αντικείμενον παροχής
3. Αναγνώρισις του αιτήματος προς απόδοσιν των δικαστικών εξόδων
ΙΙ. Ποιοτική αναγνώρισις του ισχυρισμού
1. Αναγνώρισις προδικαστικών εννόμων σχέσεων
2. Αναγνώρισις ενστάσεων
Γ. Αναγνώρισις του νομικού ισχυρισμού περί της συνδρομής της αιτουμένης διαδικαστικής εννόμου συνεπείας
Ι. Το δικονομικόν ζήτημα ως ανεπίδεκτον αναγνωρίσεως
ΙΙ. Το παρεμπίπτον ουσιαστικόν αντικείμενον του δικονομικού ζητήματος ως δεκτικόν αναγνωρίσεως
§ 4. Υποκείμενα της αναγνωρίσεως
Α. Διάδικοι
B. Ομόδικοι
1. Απλοί ομόδικοι
2. Αναγκαίοι ομόδικοι
Γ. Παρεμβαίνοντες
1. Κυρίως παρεμβαίνοντες
2. Απλώς προσθέτως παρεμβαίνοντες
3. Αυτοτελώς προσθέτως παρεμβαίνοντες
Δ. Προσεπικληθέντες
Ε. Τρίτοι προς τους οποίους ανεκοινώθη η δίκη
§ 5. Προϋποθέσεις του κύρους της αναγνωρίσεως
Α. Τυπικαί προϋποθέσεις
Ι. Υποκειμενικαί προϋποθέσεις των διαδικαστικών πράξεων
1. Ικανότης του είναι διάδικον και ικανότης προς το παρίστασθαι επί δικαστηρίου
2. Παράστασις διά του προσηκόντως εξουσιοδοτημένου νομίμου αντιπροσώπου
3. Ειδική δικαστική πληρεξουσιότης
ΙΙ. Εκκρεμοδικία
ΙΙΙ. Τύπος της αναγνωρίσεως
1. Νόμιμος τύπος
2. Συμβατικός τύπος
α. Συμβατική αυτοδιάθεσις των διαδίκων
β. Η αναγνώρισις ως διαθετική και υποσχετική δικονομική σύμβασις
IV. Δίκη διεπομένη υπό της αρχής της συζητήσεως.
Β. Ουσιαστικαί προϋποθέσεις
Ι. Ουσιαστική και δικονομική εξουσία διαθέσεως.
ΙΙ. Δικονομική εξουσία διαθέσεως: αντικειμενική και υποκειμενική
1. Αντικειμενική εξουσία διαθέσεως
α. Εξουσία διαθέσεως της αναγνωριζομένης εννόμου συνεπείας
β. Βούλησις διαθέσεως της αναγνωριζομένης εννόμου συνεπείας
2. Υποκειμενική εξουσία διαθέσεως
ΙΙΙ. Εναγώγιμον της αναγνωριζομένης εννόμου συνεπείας
IV. Ουσιαστικά κωλύματα της αναγνωρίσεως
1. Εναντίωσις του ενάγοντος
2. Αναγνώρισις υπό αίρεσιν
3. Εικονική αναγνώρισις
V. Συμβατική άρσις της δικονομικής εξουσίας διαθέσεως
§ 6. Συνέπειαι της αναγνωρίσεως
Α. Ουσιαστικαί έννομοι συνέπειαι
Β. Δικονομικαί έννομοι συνέπειαι
Ι. Διάθεσις της διαδικασίας της δίκης
ΙΙ. Έκδοσις δικαστικής αποφάσεως, συμφώνου προς το περιεχόμενον και την έκτασιν της αναγνωρίσεως
1. Προϋποθέσεις της εκδόσεως
α. Συνδρομή των διαδικαστικών προϋποθέσεων της δίκης
β. Συνδρομή των προϋποθέσεων διά την παροχήν εννόμου προστασίας
2. Αμετάβλητον της αγωγής
ΙΙΙ. Ερημοδικία διαδίκων
1. Ερημοδικία του ενάγοντος
2. Ερημοδικία του εναγομένου
ΙV. Ενέργειαι της αποφάσεως
1. Δεδικασμένον
α. Σχετική βεβαιωτική ενέργεια του δεδικασμένου
β. Ενέργεια του αποκλεισμού
γ. Απόλυτος βεβαιωτική ενέργεια του δεδικασμένου
2. Λοιπαί ενέργειαι της αποφάσεως
α. Ενδοδιαδικαστική δέσμευσις
β. Εκτελεστότης και διαπλαστική ενέργεια
γ. Ενέργεια παρεμβάσεως
V. Δικαστική δαπάνη
§ 7. Ανατροπή της αναγνωρίσεως
Α. Ανάκλησις της αναγνωρίσεως
Β. Προσβολή της αναγνωρίσεως ως διαδικαστικής δικαιοπραξίας
Γ. Προσβολή της εκδιδομένης με βάσιν την αναγνώρισιν δικαστικής αποφάσεως
§ 8. Αναγνώρισις ετέρων διαδικαστικών πράξεων
Α. Αναγνώρισις αιτήσεων διά την παροχήν προσωρινής ενδίκου προστασίας
Β. Αναγνώρισις ενδίκων μέσων
Γ. Αναγνώρισις δικαστικών αποφάσεων
§ 9. Σύνοψις πορισμάτων
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ