Σ. Μηναΐδης, Η κήρυξη της χώρας σε κατάσταση πολιορκίας, τόμ. 2, 2018
Στην παρούσα μονογραφία του Σίμου Μηναΐδη (ομότιμου καθηγητή της Νομικής Σχολής του Πανεπιστημίου Θράκης), που αποτελεί τον Β΄ τόμο της σειράς υπό τον γενικό τίτλο: "Η κήρυξη της χώρας σε κατάσταση πολιορκίας", αναπτύσσεται η ρύθμιση και εφαρμογή του εν λόγω θεσμού υπό την ισχύ των Συνταγμάτων της ημιαυτόνομης Ιόνιας (1817) και της Κρητικής Πολιτείας (1899).
Ειδικότερα, καταδεικνύεται ότι ο εξεταζόμενος θεσμός ίσχυσε στις εν λόγω πολιτείες ως καταλυτικός παράγοντας στη βιωσιμότητα της αγγλικής κατοχής στα Επτάνησα και ενισχυτικός των υπερεξουσιών του Ηγεμόνα - ΄Υπατου Αρμοστή στην Κρήτη. Διότι, περιείχε ένα κανονιστικό οπλοστάσιο ακραίων θεσμικών μέτρων, που -θεμελιωμένο στην πυρηνική σχέση "προστασίας-προστατευόμενων" και στρατιωτικού νόμου- εξασφάλιζε στους φορείς των μηχανισμών κρατικής καταστολής επίφαση νομιμότητας των ενεργειών τους σε οριακές περιστάσεις.
Ο στρατιωτικός νόμος δεν εφαρμόστηκε ποτέ με σκοπό τη διασφάλιση της εθνικής ανεξαρτησίας και της εδαφικής ακεραιότητάς τους και η "προστασία" τους δεν περιορίστηκε στον "παιδαγωγικό" της ρόλο, που της ανέθεσε η διεθνής δικαιοταξία, έως ότου οι ανωτέρω πολιτείες οργανωθούν σε αυτεξούσιες κρατικές οντότητες. Ενώ, η αναγωγή του θεσμού αποκλειστικά στον "εσωτερικό εχθρό" -που ταυτιζόταν με τον διατελούντα υπό την "προστασία" τους λαό-: α) αποκάλυπτε την ανειλικρίνεια των επικυρίαρχων και την εκ προοιμίου ταύτιση των "προστατευόμενων" με τους εν δυνάμει ή εν ενεργεία υπονομευτές του κρατούντος πολιτικού και κοινωνικού καθεστώτος, και β) αναπαρήγαγε μοιραία, τη βία που υποτίθεται ότι φιλοδοξούσαν να πατάξουν.
Εν τέλει, οι φορείς της "προστασίας" ταύτιζαν αδόκιμα την υποκειμενική και αυθαίρετη εκδοχή της σκοπιμότητας και αναγκαιότητας των έκτακτων μέτρων με τη συνταγματική κανονικότητα και τις ιδεολοψίες τους για την "κοινωνική διαπαιδαγώγηση" με τη χειραγώγηση και την αδιάλλακτη κηδεμονία. Προς τούτο, επικαλούνταν, παραπειστικά, τον στρατιωτικό νόμο ως "αμετάκλητο θέσφατο" του κυρίαρχου καθεστώτος και επιστέγασμα της "κηδεμονεύουσας προστασίας", που αποσκοπούσε στη διασφάλιση του "δημόσιου συμφέροντος"∙ με συνέπεια οι "προστατευόμενοι να προσφεύγουν, συχνά, στην πρακτική της βίαιης αποδόμησης των καθεστώτων επικυριαρχίας παρά στην επιλογή των συνταγματικών μεταρρυθμίσεων που θα καθιστούσε βιώσιμη την εξουσία τους.
Το βιβλίο συντίθεται από δύο μέρη, που αντιστοιχούν στα εξεταζόμενα Συντάγματα. Στο πρώτο μέρος (υπό τον τίτλο: "Η ρύθμιση του θεσμού στο Σύνταγμα
της Ιόνιας Πολιτείας του 1817") και στο κεφάλαιο Α΄ εξετάζεται το νομικό status της
αγγλικής "προστασίας" στα Επτάνησα -υπό την ισχύν του Συντάγματος 1817- ως κατάδειξη της επικυριαρχίας της στο πεδίο των εξωτερικών σχέσεων και μεθόδευση της συστηματικής και οργανωμένης επιβολής της στη λειτουργία της πολιτείας και στις σχέσεις κράτους και "υπηκόων". Το κεφάλαιο Β΄ αφιερώνεται στην ανάλυση των ζητημάτων εφαρμογής του στρατιωτικού νόμου (εξωτερικών - εθνικών και εσωτερικών- κοινωνικοταξικών)∙ ειδικότερα, στο ιδεολογικό και πολιτικό υπόβαθρο του "επαναστατικού ορθολογισμού", στα προμηνύματα των επαναστατικών διεργασιών, στο απόγειο των επαναστατικών συγκρούσεων, στον απολογισμό της εφαρμογής του στρατιωτικού νόμου, στην υπέρβαση των ορίων της "Υψηλής Αστυνομίας" και στην αδόκιμη ταύτισή της με τον στρατιωτικό νόμο. Ενώ, στο κεφάλαιο Γ΄ αναλύονται και αποτιμώνται κριτικά οι προταθείσες μεταρρυθμίσεις της συνταγματικής διάταξης περί "Υψηλής Αστυνομίας", με σκοπό τη βιωσιμότητα του καθεστώτος "προστασίας" στα Επτάνησα. Το πρώτο μέρος (κεφάλαιο Δ΄) ολοκληρώνεται με την ανάπτυξη των διεργασιών που συνέτειναν στην οριστική κατάργηση της "προστασίας" στην Ιόνια Πολιτεία και των κατάλοιπων της "Υψηλής Αστυνομίας". Τα συμπεράσματα των σχετικών αναλύσεων επικεντρώνονται, ιδίως: α) στην επεκτατική πολιτική της αγγλικής επικυριαρχίας στο Επτάνησα, η οποία αναπαρήγαγε, υπό συνθήκες οιονεί αποικιοκρατίας, μια "πολιτεία προστατευόμενων - υποτελών"∙ β) στην πλήρη απονομιμοποίηση των δομών επικυριαρχίας από τον Επτανησιακό λαό∙ γ) στη στεγανοποίηση της κοινωνικής του κινητικότητας∙ δ) στη γενικευμένη αίσθηση κοινωνικής ανασφάλειας∙ ε) στην κοινωνικοπολιτική και ιστορική αναξιοπιστία του Συντάγματος 1817∙ στ) στην απομυθοποίηση του ακαταγώνιστου χαρακτήρα της αγγλικής εξουσίας∙ ζ) στην αφύπνιση του αγωνιστικού εθνικού και κοινωνικού φρονήματος των Επτανήσιων, εν τέλει η) στην πραγμάτωση των εθνικών τους οραμάτων.
Στο δεύτερο μέρος (υπό τον τίτλο: "Η ρύθμιση του θεσμού στο Σύνταγμα της Κρητικής Πολιτείας του 1899") και στο κεφάλαιο Α΄ εξετάζονται διεξοδικά οι συστημικοί κίνδυνοι που τεκμηρίωναν την ανάγκη συνταγματοποίησης του στρατιωτικού νόμου στην εν λόγω πολιτεία∙ ειδικότερα, η επιδίωξη ικανοποίησης των εθνικών προσδοκιών των Κρητών και η καταστολή των κοινωνικών
παθογενειών (ειδικότερα, οι συγκρούσεις μεταξύ των ετερόθρησκων, η παράνομη οπλοφορία και οπλοχρησία, καθώς και η βεντέτα). Στο κεφάλαιο Β΄ αναπτύσσονται οι ουσιαστικές και διαδικαστικές προϋποθέσεις ενεργοποίησης του στρατιωτικού
νόμου, η παράλειψη της ρύθμισης των συνεπειών της και οι συνεπαγωγές της στην
κατοχύρωση των θεμελιωδών δικαιωμάτων, η ανασφάλεια του ηγεμονικού
καθεστώτος ακόμη και υπό συνθήκες "πολιτικής κανονικότητας", καθώς και η ανασχετική του επήρεια στην εδραίωση των δημοκρατικών θεσμών. Στο κεφάλαιο Γ΄ αναλύονται η ταύτιση της εθνικής αποκατάστασης των Κρητών με την ισχυροποίηση και βιωσιμότητα του ηγεμονικού καθεστώτος, η διάψευση των εθνικών προσδοκιών από τις ατυχείς επιλογές του ΄Υπατου Αρμοστή και η επανάσταση του Θέρισου ως έναυσμα για την επιβολή του στρατιωτικού καθεστώτος και την κατάλυση του "ηγεμονικού". Στο καταληκτικό κεφάλαιο Δ΄ (του δεύτερου μέρους) αναπτύσσονται η βαθμιαία ανάκληση του στρατιωτικού νόμου από τις "προστάτιδες" δυνάμεις, η μη πρόβλεψη σχετικών διατάξεων στο Σύνταγμα της Κρητικής Πολιτείας του 1907, ο περιορισμός των εξουσιών του νέου ΄Υπατου Αρμοστή Α. Ζαΐμη και η επανεκκίνηση του πολιτειακού γίγνεσθαι της Κρήτης στο πλαίσιο της δημοκρατικής νομιμότητας. Ενώ, τα συμπεράσματα του Β΄ μέρους επικεντρώνονται στην ανάλυση των παρατιθέμενων θεματικών παραμέτρων: α) στη συλλογική πολιτική συνείδηση των Κρητών που ήταν ευαίσθητη σε κάθε μορφή δημοκρατικού αυτοπροσδιορισμού και απηνής στις επιφάσεις νομιμότητας που τεκμηρίωναν τις διώξεις των πολιτικών και ιδεολογικών αντιπάλων του ηγεμονικού καθεστώτος∙ β) στην ταύτιση της "νομιμότητας" με τη βούληση του Ηγεμόνα∙ γ) στην εκτίμηση του Ηγεμόνα ότι η ελευθερία ήταν "προνόμιο" παραχωρούμενο από αυτόν υπέρ των ομοφρονούντων∙ δ) στον ασαφή προσδιορισμό του "εσωτερικού εχθρού", με συνέπεια να προσφέρεται θεσμικό άλλοθι στους κατέχοντες τους μηχανισμούς κρατικής καταστολής για την καταχρηστική εφαρμογή της σχετικής διάταξης, εν τέλει ε) στην ομολογία ανεπάρκειας του ηγεμονικού καθεστώτος εκ μέρους των εγγυητριών Δυνάμεων ως ένδειξη παρακμής της "παιδευτικής" του λειτουργίας, που επέφερε την κατάργησή του.
Πληροφορίες έκδοσης
Πίνακας περιεχομένων +-
ΠΡΟΛΟΓΟΣ
ΚΥΡΙΟΤΕΡΕΣ ΣΥΝΤΟΜΟΓΡΑΦΙΕΣ
I. Eλληνόγλωσσες
ΙΙ. Ξενόγλωσσες
ΕΙΣΑΓΩΓΗ
ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ
Η ΡΥΘΜΙΣΗ ΤΟΥ ΘΕΣΜΟΥ
ΣΤΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑ ΤΗΣ ΙΟΝΙΑΣ ΠΟΛΙΤΕΙΑΣ ΤΟΥ
(άρθρ. 4, τμ. Β΄, κεφ. έβδομο Συντ.)
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α΄: H ΕΝΤΑΞΗ ΤΟΥ ΘΕΣΜΟΥ ΣΤΟΥΣ ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΥΣ ΤΟΥ ΧΕΙΡΑΓΩΓΗΜΕΝΟΥ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΠΟΛΙΤΙΚΟΥ CONSENSUS ΠΟΥ ΕΠΕΒΑΛΕ Η ΑΓΓΛΙΚΗ «ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ» ΣΤΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑ ΤΟΥ
1. Το νομικό status της αγγλικής «προστασίας»:
Α. Ως κατάδειξη της επικυριαρχίας της στο πεδίο των εξωτερικών σχέσεων
Β. Ως μεθόδευση της συστηματικής και οργανωμένης επιβολής της στο πεδίο των εσωτερικών σχέσεων (= οργάνωση και λειτουργία της πολιτείας, σχέσεις κράτους και υπηκόων)
2. Ο κοινωνικοπολιτικά διχαστικός της χαρακτήρας
3. H κατ’ επίφαση συνταγματική αναγνώριση ατομικών δικαιωμάτων
4. Ο «στρατιωτικός» νόμος ως αποκορύφωση των ρυθμίσεων κρατικής επιβολής
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β΄: Η ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΟΥ «ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΟΥ» ΝΟΜΟΥ
1. Το ιδεολογικό και πολιτικό υπόβαθρο του «επαναστατικού ορθολογισμού»
2. Η εφαρμογή του «στρατιωτικού» νόμου σε ζητήματα εξωτερικής πολιτικής (= εθνικά)
3. Η εφαρμογή του «στρατιωτικού» νόμου σε ζητήματα εσωτερικής πο-λιτικής (= κοινωνικά - ταξικά):
Α. Τα προμηνύματα των επαναστατικών διεργασιών
Β. Το απόγειο των επαναστατικών συγκρούσεων
Γ. Ο απολογισμός της εφαρμογής του «στρατιωτικού» νόμου
Δ. Η υπέρβαση των ορίων εφαρμογής της «Υψηλής Αστυνομίας» και η αδόκιμη ταύτισή της με τον «στρατιωτικό» νόμο
Οι νομικοπολιτικές τους τεκμηριώσεις:
Ι. Στην «Αναφορά» (της 24ης Φεβρουαρίου 1850) του εξόριστου ριζοσπάστη βουλευτή Η. Ζερβού - Ιακωβάτου προς τη Βουλή των Αντιπροσώπων
ΙΙ. Στην «Αναφορά» (της 2ας Απριλίου 1849) των εξορίστων Γ. Λιβαδά και Η. Ζερβού - Ιακωβάτου προς τον Πρόεδρο και τα μέλη της Ιονικής Συνέλευσης
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ΄: ΟΙ ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΗΣ ΤΗΣ ΣΥΝ-ΤΑΓΜΑΤΙΚΗΣ ΔΙΑΤΑΞΗΣ ΠΕΡΙ «ΥΨΗΛΗΣ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ»
1. Α. Το κοινωνικολιτικό πλαίσιο του μεταρρυθμιστικού εγχειρήματος
Β. Η ανάπτυξη των προτάσεων που ανάγονταν στη συνταγματική διάταξη περί «Υψηλής Αστυνομίας»:
Ι. Στη Θ΄ Ιόνια Βουλή
ΙΙ. Στη Ι΄ Ιόνια Βουλή, στο πλαίσιο της επιδίωξης προσεταιρισμoύ των μεταρρυθμιστών από την αρμοστεία και συνεργασίας τους με τους signori
2. Η επίκληση της «Υψηλής Αστυνομίας»:
Α. Κατά την υποβολή του αιτήματος αποφυλάκισης ριζοσπαστών βουλευτών
Β. Κατά την υποβολή της πρότασης αποικισμού της Κέρκυρας
Γ. Κατά την αποστολή του Ε. Gladstone στα Επτάνησα
Δ. Στην πορεία μετουσίωσης των «μεταρρυθμιστικών προτάσεων του Συντάγματος» σε «νομοθετικές βελτιώσεις»
3. Η ανταγωνιστική σχέση της συνταγματικής διάταξης περί «Υψηλής Αστυνομίας» και του Ενωσιακού αιτήματος στο πλαίσιο των «μεταρρυθμιστικών» εγχειρημάτων του Συντάγματος 1817 και των απότοκών τους «νομοθετικών βελτιώσεων»
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ΄: Η ΚΑΤΑΡΓΗΣΗ ΤΗΣ «ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ» ΚΑΙ ΤΩΝ ΚΑΤΑΛΟΙΠΩΝ ΤΗΣ «ΥΨΗΛΗΣ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ»
1. Η εξέλιξη των σχετικών διεργασιών
2. Η κατεδάφιση των φρουρίων της Κέρκυρας ως όρος για την κατάργηση της «προστασίας» και η συνεπαγωγή της στην εφαρμογή του «στρατιωτικού» νόμου, αποκλειστικά, στις περιπτώσεις των εξωτερικών κινδύνων
ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟ
Η ΡΥΘΜΙΣΗ ΤΟΥ ΘΕΣΜΟΥ
ΣΤΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑ ΤΗΣ ΚΡΗΤΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΕΙΑΣ ΤΟΥ
(άρθρ. 34, 96 - 99 Συντ.)
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α΄: Η ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ
1. Τα αιτιολογικά τoυ ερείσματα:
Α. Η ικανοποίηση των εθνικών προσδοκιών των Κρητών
Β. Η καταστολή των κοινωνικών παθογενειών:
Ι. Οι συγκρούσεις μεταξύ ετεροθρήσκων
ΙΙ. Η παράνομη οπλοφορία και οπλοχρησία
α. Η ένταξή τους στα «αγωνιστικά» έθιμα των Κρητών
β. Η απαγόρευσή τους ως ειδική συνεπαγωγή της καταστολής επαναστατικών κινημάτων
γ. Η υπαγωγή τους στις διατάξεις της ποινικής νομοθεσίας του 1899
ΙΙΙ. Η βεντέτα
2. Η διαμόρφωσή του από την «Προς σύνταξιν του Σχεδίου Πολιτεύματος Επιτροπήν»
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β΄: Η ΕΝΤΑΞΗ ΤΟΥ ΣΤΙΣ ΥΠΕΡΕΞΟΥΣΙΕΣ ΤΟΥ ΗΓΕΜΟΝΑ
1. Oι προϋποθέσεις ενεργοποίησης του «στρατιωτικού» νόμου (άρθρ. 34, 96 - 99 Συντ.):
Α. Οι ουσιαστικές
Β. Οι διαδικαστικές
2. Η παράλειψη της ρύθμισης των συνεπειών του
3. Η ανασφάλεια του ηγεμονικού καθεστώτος υπό συνθήκες «πολιτικής κανονικότας» και οι επιπτώσεις της ιδίως στις συνταγματικές ρυθμίσεις της ελεύθερης διάδοσης των πολιτικών ιδεών διά του τύπου (άρθρ. 22, 23, 109, 111 Συντ.)
4. Η ανασχετική επήρεια των άρθρ. 96 - 99, 22, 23, 109, 111 Συντ. στην εδραίωση των δημοκρατικών θεσμών
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ΄: Η ΠΡΑΚΤΙΚΗ ΤΟΥ ΕΦΑΡΜΟΓΗ
1. Οι προσδοκίες της εθνικής αποκατάστασης του Κρητικού λαού και η συσχέτισή τους με την ισχυροποίηση και βιωσιμότητα του ηγεμονικού καθεστώτος
2. Η διάψευση των εθνικών προσδοκιών
3. Η επανάσταση του Θέρισου, έναυσμα για την επιβολή του στρατιωτικού νόμου
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ΄: Η ΒΑΘΜΙΑΙΑ ΑΝΑΚΛΗΣΗ ΤΟΥ «ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΟΥ» ΝΟΜΟΥ ΑΠΟ ΤΙΣ «ΠΡΟΣΤΑΤΙΔΕΣ» ΔΥΝΑΜΕΙΣ ΚΑΙ Η ΜΗ ΠΡΟΒΛΕΨΗ ΣΧΕΤΙΚΩΝ ΔΙΑΤΑΞΕΩΝ ΣΤΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑ ΤΗΣ ΚΡΗΤΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΕΙΑΣ TOY 1907
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΙΚΕΣ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ
ΤΕΚΜΗΡΙΑ
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ (Ελληνόγλωσση, Ξενόγλωσση)
Ι. Πηγές
ΙΙ. Βιβλία
ΙΙΙ. ΄Αρθρα
ΕΥΡΕΤΗΡΙΑ
Ι. Αριθμητικό
Συνταγματικών διατάξεων
1. Συνταγμάτων ημικυρίαρχων πολιτειών που ενσωματώθηκαν στο ελεύθερο Ελληνικό Κράτος
2. Ελληνικών Συνταγμάτων
ΙΙ. Θεματικό
ΙΙΙ. Ονομαστικό
Α. Ελληνόγλωσσο
Β. Ξενόγλωσσο