Κ. Κοσμάτος, Η ποινική νομολογία του Αρείου Πάγου στην περίοδο της οικονομικής κρίσης, 2015
Η αντιμετώπιση της οικονομικής και κοινωνικής κρίσης που βιώνει η χώρα μας (και) με ποινικά μέτρα επέφερε ουσιαστικές μεταβολές ως προς τον μέχρι τότε «αντιπροσωπευτικό» ύποπτο, κατηγορούμενο και καταδικασθέντα: κοινή πεποίθηση αποτελεί ότι πλέον καθένας μπορεί να γίνει παραβάτης του ποινικού νόμου. Περαιτέρω η γνωστή εγκληματικότητα μετατοπίζεται, με σαφή αύξηση του «οικονομικού» εγκλήματος, με εμφάνιση (και) στα υψηλά οικονομικά και κοινωνικά στρώματα. Διάχυτη διαπίστωση όλων όσων ασχολούνται με την απονομή της ποινικής δικαιοσύνη στην χώρα μας αποτελεί η σαφής τάση αυστηροποίησης της νομοθεσίας τα τελευταία χρόνια, ως απόρροια αιτήματος της κοινής γνώμης. Την επίδραση της τάσης αυτής στην ποινική νομολογία του Αρείου Πάγου θα προσπαθήσουμε να ανιχνεύσουμε στην ερευνητική μας εργασία.
Η παρούσα ερευνητική εργασία έχει ως βασικό αντικείμενο την καταγραφή, την παρουσίαση, την ποσοτική και ποιοτική αξιολόγηση των αποφάσεων των ποινικών τμημάτων του Αρείου Πάγου που εκδόθηκαν τα έτη 2008-2011, ενώ επιχειρείται η συγκριτική παρουσίαση και αξιολόγηση των αντίστοιχων ποινικών αποφάσεων του Αρείου Πάγου που εκδόθηκαν το 1998, προκειμένου να εντοπιστούν ενδεχόμενες διαφοροποιήσεις.
Πληροφορίες έκδοσης
Πίνακας περιεχομένων +-
ΠΡΟΛΟΓΟΣ.
ΜΕΡΟΣ Α’
Οικονομική κρίση και ποινική δικαιοσύνη
1. Οι πρόσφατες οικονομικές και κοινωνικές μεταβολές και η επίδρασή τους στην εγκληματικότητα και την καταπολέμησή της.
2. H επιλεκτικότητα της ποινικής δικαιοσύνης.
3. Η ποινική δικαιοσύνη στην εποχή της οικονομικής κρίσης στην Ελλάδα: νέες στοχεύσεις και επιλογές.
ΜΕΡΟΣ Β’
Η έρευνα
1. Εισαγωγικά. Μεθοδολογικά στοιχεία. Στόχοι της έρευνας. Ορισμός του δείγματος της έρευνας (έτη 2008-2011) και της συγκρινόμενης ομάδας ελέγχου (1998).
2. Παρουσίαση των αποφάσεων της έρευνας.
2.1. Ο Άρειος Πάγος ως ακυρωτικό δικαστήριο. Η δικαιοδοσία του Αρείου Πάγου πέραν του αναιρετικού ελέγχου. Είδη αποφάσεων. Το σύνολο των αποφάσεων των ερευνώμενων ετών.
2.2. Αποφάσεις που κρίνουν σχετικά με το παραδεκτό της άσκησης του ενδίκου μέσου της αναίρεσης.
2.3. Αποφάσεις που κρίνουν παραδεκτό το ένδικο μέσο της αναίρεσης και εξετάζουν την βασιμότητα των αναιρετικών λόγων.
2.3.1. Το είδος των προσβαλλόμενων αποφάσεων για τις οποίες ασκήθηκε το ένδικο μέσο της αναίρεσης.
2.3.2. Το είδος των εγκλημάτων για τα οποία ασκήθηκε το ένδικο μέσο της αναίρεσης.
2.4. Το αποτέλεσμα του αναιρετικού ελέγχου.
2.4.1. Το αποτέλεσμα του αναιρετικού ελέγχου σε σχέση με το είδος της προσβαλλόμενης απόφασης και το είδος του εγκλήματος που έχει κριθεί με την προσβαλλόμενη απόφαση.
2.4.1.1. Το είδος της προσβαλλόμενης απόφασης.
2.4.1.2. Το είδος του εγκλήματος: Διάκριση σε κακουργήματα και πλημμελήματα.
2.4.1.3. Το είδος του εγκλήματος: Τα κυριότερα είδη εγκλημάτων που κρίθηκαν κατά την τυποποίησή τους στον Ποινικό Κώδικα και στους Ειδικούς Ποινικούς Νόμους.
α) Εγκλήματα κατά της περιουσίας.
β) Εγκλήματα κατά της ιδιοκτησίας.
γ) Εγκλήματα κατά των υπομνημάτων.
ε) Εγκλήματα κατά της ζωής και της σωματικής ακεραιότητας.
στ) Εγκλήματα σχετικά με την απονομή της δικαιοσύνης.
ζ) Εγκλήματα κατά της τιμής.
η) Εγκλήματα σχετικά με την υπηρεσία.
θ) Εγκλήματα κατά της γενετήσιας ελευθερίας.
ι) Εγκλήματα που στρέφονται κατά του Δημοσίου.
ια) Εγκλήματα που προβλέπονται σε ειδικούς ποινικούς νόμους.
2.4.1.4. Το είδος της προσβαλλομένης απόφασης και το είδος του εγκλήματος ως παράγοντες που επιδρούν στην αναιρετική κρίση: ποιοτικά δεδομένα.
2.5. Η συσχέτιση (άλλων) παραγόντων που μπορούν να επιδρούν στην αναιρετική κρίση.
2.5.1. Το Τμήμα που εξέδωσε την απόφαση του ΑΠ.
2.5.2. Το δικαστήριο που εξέδωσε την προσβαλλόμενη απόφαση.
2.5.3. Η ποινή που επιβλήθηκε με την προσβαλλόμενη απόφαση.
2.5.4. Η παραγραφή του εγκλήματος.
3. Οι αναιρετικοί λόγοι που προβλήθηκαν. Νομολογιακές θέσεις και αντιθέσεις: η τεχνική της απόρριψης.
3.1. Οι πιο συχνά εμφανιζόμενοι αναιρετικοί λόγοι στα ερευνώμενα έτη και η διαχείρισή τους από τα ποινικά τμήματα του Αρείου Πάγου.
3.1.1. Ο λόγος της έλλειψης ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας.
α) Η αιτιολογία της αντικειμενικής και της υποκειμενικής υπόστασης.
β) Η μη λήψη υπόψη όλων των αποδεικτικών μέσων.
γ) Οι αντιφατικές παραδοχές.
δ) Οι αυτοτελείς ισχυρισμοί του κατηγορουμένου.
3.1.2. Ο λόγος της εσφαλμένης εφαρμογής ή ερμηνείας ουσιαστικής ποινικής διάταξης.
3.1.3. Ο λόγος της απόλυτης ακυρότητας της διαδικασίας στο ακροατήριο.
3.1.4. Ο λόγος της υπέρβασης εξουσίας.
3.2. Η «τεχνική» της απόρριψης: Ενδεικτικές νομολογιακές θέσεις και διαφοροποιήσεις.
3.2.1. Η αιτιολογία της καταδικαστικής απόφασης: η τυπική αιτιολογία και η αλληλοσυμπλήρωση του σκεπτικού από το διατακτικό.
3.2.2. Ο «αόριστος» αυτοτελής ισχυρισμός: μη αναγκαιότητα αιτιολογίας της απόρριψής του λόγω μη προσήκουσας εκφοράς του.
3.2.3. Η αναφορά των αποδεικτικών μέσων ως στοιχείο της ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας: «γενικά» και «ειδικά» αποδεικτικά μέσα.
3.2.4. Η «παραδρομή» και τα «ιστορικώς» ή «διηγηματικώς» αναφερόμενα στο σκεπτικό.
3.2.5. Ο προσδιορισμός της ταυτότητας των αναγνωστέων εγγράφων.
3.3. Η άσκηση αναίρεσης από τον Εισαγγελέα κατά αθωωτικών αποφάσεων.
ΜΕΡΟΣ Γ’
Τελικές διαπιστώσεις
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ.