Ενέργεια & Δίκαιο, 38 (2023)
Με το νέο τεύχος µας ευελπιστούµε να «χορτάσετε» και πάλι ενεργειακή «ύλη».
Πέραν των καθιερωµένων στηλών, επίκαιρα και νοµοθετικό δελτίο, δηµοσιεύουµε πολλές και ενδιαφέρουσες µελέτες των:
Γ. Παιδακάκη «Περικοπές ηλεκτρικής ενέργειας από ΑΠΕ: Εφαρµογή υπό όρους και οικονοµική αποζηµίωση για τους παραγωγούς»,
Μ. Ντιντή, «Πιλοτική εφαρµογή των υπεράκτιων αιολικών πάρκων στην Ελλάδα: Διερεύνηση υπό το πρίσµα των κανόνων ανταγωνισµού της Ευρωπαϊκής Ένωσης»,
Θ. Κλουκίνα & Ευ. Ζιάκα «Γενικοί Όροι Συναλλαγών και Ρήτρα Αναπροσαρµογής στο δίκαιο της ενέργειας»,
Δ. Κυριαζή «Κρατικές ενισχύσεις στον τοµέα της ενέργειας: Γενικές κατευθύνσεις και πρόσφατη νοµολογία»,
Κ. Πέρρου «Ζητήµατα από τον χαρακτηρισµό της έκτακτης εισφοράς στους παραγωγούς ηλεκτρικής ενέργειας του ν. 4936/2022 ως φόρου» και
Ι. Αγγέλου «Ο ρόλος των δικαστηρίων σε καιρούς κλιµατικής κρίσης και οι τεχνικές δικαστικού ελέγχου επί περιβαλλοντικών διαφορών».
Πολλές και οι δηµοσιευόµενες δικαστικές αποφάσεις, µε προεξάρχουσες αυτές του Συµβουλίου της Επικρατείας (6), διαφόρων τµηµάτων (β΄, δ΄ & ε΄), κάτι που προδικάζει/προοιωνίζει την ποικιλοµορφία του αντικειµένου/ύλης τους, αλλά και πολιτικών, όπως και Ενωσιακών Δικαστηρίων.
Τέλος βιβλιοπαρουσιάζεται και ο τόµος «Νοµικές Μελέτες» του πρώην Προέδρου της Δηµοκρατίας και Καθηγητή Προκόπη Παυλόπουλου.
Πληροφορίες έκδοσης
Πίνακας περιεχομένων +-
Σημείωμα της σύνταξης
8 Επίκαιρα
Άρθρα
16 Περικοπές ηλεκτρικής ενέργειας από ΑΠΕ: Εφαρμογή υπό όρους και οικονομική αποζημίωση για τους παραγωγούς, Γ. Παιδακάκης
22 Πιλοτική εφαρμογή των υπεράκτιων αιολικών πάρκων στην Ελλάδα: Διερεύνηση υπό το πρίσμα των κανόνων ανταγωνισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης, Μ. Ντιντή
27 Γενικοί Όροι Συναλλαγών και Ρήτρα Αναπροσαρμογής στο δίκαιο της ενέργειας, Θ. Κλουκίνας/Ευ. Ζιάκας
53 Κρατικές ενισχύσεις στον τομέα της ενέργειας: Γενικές κατευθύνσεις και πρόσφατη νομολογία, Δ. Κυριαζής
76 Ζητήματα από τον χαρακτηρισμό της έκτακτης εισφοράς στους παραγωγούς ηλεκτρικής ενέργειας του ν. 4936/2022 ως φόρου, Κ. Πέρρου
87 Ο ρόλος των δικαστηρίων σε καιρούς κλιματικής κρίσης και οι τεχνικές δικαστικού ελέγχου επί περιβαλλοντικών διαφορών, Ι. Αγγέλου
Νομολογία
• Εθνική
107 Συμβούλιο της Επικρατείας (Δ΄ Τμήμα) 670/2023: Αίτηση ακύρωσης κατά πράξης μείωσης ποσοστού επιχορήγησης επενδυτικού σχεδίου για την εγκατάσταση ΑΣΠΗΕ. - Προκειμένου να θεωρηθεί συμβατή με τα άρθρα 107-109 της ΣΛΕΕ ενίσχυση που χορηγείται, κατόπιν υπαγωγής επενδυτικού σχεδίου στις διατάξεις του ν. 3299/2004, ως περιφερειακή ενίσχυση, καλυπτόμενη από το θεσπιζόμενο με τον Κανονισμό 800/2008, πρέπει το εγκρινόμενο με την απόφαση υπαγωγής ποσοστό επιχορήγησης να μην υπερβαίνει το ανώτατο όριο ενίσχυσης που ισχύει. - Η εμπιστοσύνη του δικαιούχου της ενίσχυσης στη νομιμότητά της δικαιολογείται κατ’ αρχήν μόνον εάν η ενίσχυση χορηγήθηκε τηρουμένης της νόμιμης διαδικασίας, πρέπει δε ένας επιμελής επιχειρηματίας να είναι σε θέση να βεβαιώσει ότι η εν λόγω διαδικασία τηρήθηκε. Αν εγκριθεί από την εθνική αρχή ενίσχυση χωρίς να πληρούνται όλες οι προϋποθέσεις που τάσσουν οι εκάστοτε ισχύοντες Κανονισμοί για την απαλλαγή συγκεκριμένων κατηγοριών ενισχύσεων από την υποχρέωση προηγούμενης κοινοποίησης και έγκρισης από την Επιτροπή που προβλέπεται στο άρθρο 108 παρ. 3 ΣΛΕΕ, όπως οι προϋποθέσεις που τάσσει ο Κανονισμός 800/2008 για τις ενισχύσεις περιφερειακού χαρακτήρα, η ενίσχυση αυτή, η οποία χορηγήθηκε κατά παράβαση της υποχρέωσης κοινοποίησης, θεωρείται παράνομη. Στην περίπτωση αυτή, η αρμόδια εθνική αρχή υποχρεούται κατά δεσμία αρμοδιότητα να ανακαλέσει ή να τροποποιήσει τις σχετικές πράξεις και να ανακτήσει τα ποσά που καταβλήθηκαν παρανόμως. Συνεπώς, από πράξεις ή παραλείψεις των εθνικών αρχών, οι οποίες αφορούν κρατική ενίσχυση που χορηγήθηκε παρανόμως, αποκλείεται να δημιουργηθεί στον αποδέκτη της ενίσχυσης δικαιολογημένη εμπιστοσύνη όσον αφορά τη νομιμότητα της ενίσχυσης αυτής. - Διάφορο είναι το ζήτημα αν η αιτούσα μπορεί να επιδιώξει την ανόρθωση της ζημίας, την οποία τυχόν υπέστη, εφ’ όσον συντρέχουν οι σχετικές προϋποθέσεις, με την άσκηση αγωγής αποζημίωσης ενώπιον των διοικητικών δικαστηρίων. - Απορρίπτεται η αίτηση.
110 Συμβούλιο της Επικρατείας (Ε΄ Τμήμα) 685/2023: Αίτηση ακύρωσης κατά απόρριψης αιτήματος για τη χορήγηση εξαίρεσης χρονικού διαστήματος από τον συνολικό χρόνο ισχύος της άδειας εγκατάστασης μικρού υδροηλεκτρικού σταθμού παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας. - Αρμοδιότητα του Συμβουλίου της Επικρατείας. - Επειδή κατά τον χρόνο εξέτασης του αιτήματος δεν είχε εγκριθεί η τροποποίηση της ΑΕΠΟ του έργου, η οποία ζητήθηκε από την ίδια την αιτούσα εταιρεία και ήταν επιβεβλημένη, ενόψει των μεταβολών όσον αφορά στην όδευση και στο μήκος του αγωγού του έργου και όσον αφορά στην κατά νόμο τηρητέα απόσταση του σταθμού ηλεκτροπαραγωγής από το παρακείμενο ρέμα, ελλείπει η βασική προϋπόθεση για τη νόμιμη εγκατάσταση του έργου στη συγκεκριμένη θέση, το οποίο αποτελεί ζήτημα που εξετάζεται αρμοδίως στο πλαίσιο της περιβαλλοντικής αξιολόγησης και αδειοδότησής του. - Η αιτούσα όφειλε να προσφύγει κατά της παράλειψης ή της άρνησης της διοίκησης να τροποποιήσει την ΑΕΠΟ, στο πλαίσιο της οποίας δίκης θα ηδύνατο να αμφισβητήσει επικαίρως την υποχρέωση κατάθεσης των ζητηθέντων επικαιροποιημένων δικαιολογητικών, σε σχέση με την άδεια επέμβασης σε δασική έκταση και σε σχέση με την παροχή συναίνεσης εκ μέρους των ιδιοκτητών των εκτάσεων διέλευσης του αγωγού και εγκατάστασης του σταθμού παραγωγής, ή, ενδεχομένως, να δικαιολογήσει τη μη υποβολή μελέτης οριοθέτησης του ρέματος. Συνεπώς, απαραδέκτως προβάλλει στο πλαίσιο της παρούσας δίκης τους σχετικούς ισχυρισμούς. Εφόσον δε η ίδια η αιτούσα εταιρεία, από δική της υπαιτιότητα, δεν προέβη στις αναγκαίες ενέργειες για την προώθηση του αιτήματός της, οι οποίες της υπεδείχθησαν νομίμως και με ειδικό τρόπο από τη Διοίκηση, αβασίμως προβάλλει ότι η Διοίκηση, με την παράλειψη ή την καθυστέρησή της ως προς την έγκριση τροποποίησης της ΑΕΠΟ παραβίασε την αρχή της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης του διοικουμένου και τους κανόνες αξιολόγησης της ανωτέρας βίας κατά την απόρριψη αιτήματος παράτασης της άδειας εγκατάστασης. - Η έγκριση επέμβασης σε δασική έκταση για την κατασκευή έργου υποδομής παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας, η οποία ενσωματώνεται στην ΑΕΠΟ κατά το άρθρο 12 του ν. 4014/2011, προϋποθέτει τη νόμιμη δυνατότητα εγκατάστασης του επίμαχου υδροηλεκτρικού σταθμού στη δεδομένη θέση και δεν παρέχει, αυτή και μόνη, το δικαίωμα εγκατάστασης. - Απορρίπτεται η αίτηση.
114 Συμβούλιο της Επικρατείας (Δ΄ Τμήμα) 890/2023: Αίτηση αναίρεσης κατά της 2695/2020 απόφασης του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών επί προσφυγής κατά απόφασης της ΡΑΕ περί έγκρισης του ετήσιου κόστους για το Ελληνικό Δίκτυο Διανομής Ηλεκτρικής Ενέργειας (ΕΔΔΗΕ). - Με την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση εκρίθη ότι αφ΄ ενός οι επικαλούμενες ιδιότητες εκ της προσφεύγουσας και ήδη αναιρεσείουσας ΔΕΗ του αποκλειστικού κυρίου του ΕΔΔΗΕ, και του ότι λαμβάνει ρυθμιζόμενο αντάλλαγμα για τη χρήση του, δεν αρκούν για τη θεμελίωση του εννόμου συμφέροντός της για την άσκηση της προσφυγής, επειδή μοναδικός αποδέκτης της απόφασης της ΡΑΕ είναι η ΔΕΔΔΗΕ, καθολικός διάδοχος της προσφεύγουσας και διαχειριστής του ΕΔΔΗΕ, η οποία και υπέβαλε τα σχετικά με την απόφασης της ΡΑΕ στοιχεία προς έγκριση, και αφ' ετέρου ότι στην προσφεύγουσα και ήδη αναιρεσείουσα ΔΕΗ δεν αναγνωρίζεται δικαίωμα άσκησης προσφυγής κατά της ένδικης πράξης από ειδική διάταξη του ν. 4001/2011, ως κυρίου του δικτύου, και επομένως δεν συντρέχει ούτε εξ αυτού του λόγου ενεργητική νομιμοποίησή της για την άσκηση της προσφυγής. - Στο εθνικό διοικητικό δικονομικό δίκαιο ισχύει γενική αρχή, κατά την οποία στην περίπτωση που κατά τη συζήτηση της υπόθεσης έχει ήδη παύσει για οποιονδήποτε λόγο η ισχύς της προσβαλλόμενης διοικητικής πράξης για το μέλλον, η δίκη δεν καταργείται αυτομάτως, αλλά συνεχίζεται εάν ο προσφεύγων διάδικος επικαλεσθεί και αποδείξει έννομο συμφέρον προς τούτο, δηλαδή ότι οι δυσμενείς διοικητικής φύσεως συνέπειες, που δημιουργήθηκαν κατά τον χρόνο ισχύος της πράξης, διατηρούνται και μετά την παύση της ισχύος της, μη δυνάμενες να αρθούν παρά μόνο με την έκδοση δικαστικής απόφασης. - Η διάταξη του άρθρου 142 παρ. 1 περ. α΄ του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας πρέπει να ερμηνευτεί υπό το φως του Συντάγματος, του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων και της ΕΣΔΑ, ώστε να είναι συμβατή με την αρχή της αποτελεσματικής δικαστικής προστασίας. - Το Διοικητικό Εφετείο Αθηνών όφειλε καταρχάς να εξετάσει το ζήτημα του αντικειμένου της ενώπιόν του δίκης, λόγω της παύσης της ισχύος, κατά τη συζήτηση της υπόθεσης. Για τον λόγο αυτόν, αυτεπαγγέλτως εξεταζόμενο, πρέπει να γίνει δεκτή η αίτηση αναίρεσης και να αναιρεθεί η 2695/2020 απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών. - Δέχεται και αναπέμπει.
117 Συμβούλιο της Επικρατείας (Ε΄ Τμήμα) 1885/2023: Αίτηση ακύρωσης της ΥΑ ΥΠΕΝ/ΔΙΠΑ/74463/4562/2020 περί κατάταξης των δημόσιων και ιδιωτικών έργων και δραστηριοτήτων σε κατηγορίες και υποκατηγορίες, κατά το μέρος που αφορά την κατάταξη αιολικών, φωτοβολταϊκών και υδροηλεκτρικών σταθμών, ως έργων της 10ης Ομάδας «Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας» (ΑΠΕ), σε περιβαλλοντική κατηγορία. - Για την άσκηση αίτησης ακύρωσης κατά ατομικής ή κανονιστικής πράξης, απαιτείται προσωπικό, άμεσο και ενεστώς έννομο συμφέρον, απαιτείται δηλαδή η ύπαρξη ενός ιδιαίτερου δεσμού του αιτούντος με την προσβαλλόμενη πράξη, από την έκδοση της οποίας o ίδιος υφίσταται υλική ή ηθική βλάβη, χωρίς να αρκεί το γενικό ενδιαφέρον κάθε πολίτη για την τήρηση του Συντάγματος ή της νομιμότητας κατά την έκδοση των διοικητικών πράξεων και την άσκηση της δημόσιας εξουσίας. Ειδικώς επί κανονιστικών πράξεων, η πράξη δεν απευθύνεται μεν ευθέως σε συγκεκριμένα πρόσωπα, αλλά η ύπαρξη του εννόμου συμφέροντος κρίνεται από τον σύνδεσμο που υπάρχει μεταξύ των εννόμων αποτελεσμάτων που επέρχονται από την προσβαλλόμενη κανονιστική πράξη και του περιεχομένου μίας συγκεκριμένης νομικής κατάστασης ή ιδιότητας στην οποία ευρίσκεται ή την οποία έχει και επικαλείται ο αιτών, απαιτείται δε είτε να προκύπτει από την ίδια την πράξη είτε ο αιτών να επικαλείται, κατά τρόπο σαφή και συγκεκριμένο, και να αποδεικνύει ότι θίγεται από τις πληττόμενες κανονιστικές ρυθμίσεις. - Η κατάταξη έργων και δραστηριοτήτων σε κατηγορία ή υποκατηγορία επάγεται έννομες συνέπειες ως προς τη διεξαγόμενη εκτίμηση των επιπτώσεών τους στο περιβάλλον, η οποία διαβαθμίζεται ως προς το εύρος, τις απαιτήσεις και τη διαδικασία της εκτίμησης, αναλόγως της κατηγορίας ή υποκατηγορίας στην οποία αυτά υπάγονται. Συγκεκριμένα, η κατάταξη έργων και δραστηριοτήτων στην κατηγορία Β΄, λόγω του ότι, κατά την εκτίμηση του κανονιστικού νομοθέτη, προκαλούν τοπικές και μη σημαντικές επιπτώσεις στο περιβάλλον, συνεπάγεται ότι, πρώτον, τα οικεία έργα αδειοδοτούνται κατόπιν υπαγωγής σε Πρότυπες Περιβαλλοντικές Δεσμεύσεις, δηλαδή χωρίς τη σύνταξη και αξιολόγηση μελέτης περιβαλλοντικών επιπτώσεων, η οποία απαιτείται για τα έργα της Α΄ κατηγορίας και, δεύτερον, δεν προβλέπεται προηγούμενη διαβούλευση με το ενδιαφερόμενο κοινό, εν αντιθέσει προς τα έργα της Α΄ κατηγορίας, στο πλαίσιο της αδειοδότησης των οποίων γίνεται διαβούλευση, εκφράζονται παρατηρήσεις επί της μελέτης περιβαλλοντικών επιπτώσεων ή και αντιρρήσεις του κοινού για την πραγματοποίηση του έργου και διαφωτίζεται η περιβαλλοντική αρχή, προτού λάβει την τελική απόφαση χορήγησης της άδειας, εφ' όλων των πτυχών του έργου. Περαιτέρω, αν κριθεί ότι έργο κατηγορίας Β΄ είναι ενδεχόμενο να επηρεάσει περιοχή Natura, διεξάγεται μεν Ειδική Οικολογική Αξιολόγηση, η οποία, όμως, σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία, περιλαμβάνει κατά κανόνα την καταγραφή στοιχείων φυσικού περιβάλλοντος με έμφαση στα προστατευτέα αντικείμενα της περιοχής Natura που δύνανται να επηρεαστούν και την εκτίμηση των πιθανών επιπτώσεων, μεμονωμένα ή σε συνδυασμό με άλλα έργα ή δραστηριότητες, λαμβανομένων υπόψη των στόχων διατήρησης των συγκεκριμένων περιοχών Natura, σε αντίθεση προς τα έργα Α΄ κατηγορίας, για τα οποία προβλέπεται ότι Ειδική Οικολογική Αξιολόγηση εντάσσεται σε παράρτημα της ΜΠΕ, ως αναπόσπαστο μέρος της, με πιο αυστηρό περιεχόμενο. - Η μεταγενέστερη ΥΑ ΥΠΕΝ/ΔΙΠΑ/17185/1069/2022, η οποία αντικαθιστά την προσβαλλόμενη και διέπει εφεξής την κατάταξη αιολικών, φωτοβολταϊκών και υδροηλεκτρικών σταθμών σε περιβαλλοντική κατηγορία, αν και τροποποιεί εν μέρει επί τα βελτίω την κατάταξη των επίμαχων έργων, κατά τρόπον ώστε ορισμένες κατηγορίες έργων που ανήκαν στις κατηγορίες Β΄ ή Α2 να ανήκουν πλέον σε ανώτερη κατηγορία ή υποκατηγορία, εξακολουθεί να κατατάσσει κατηγορίες έργων σε χαμηλότερη κατηγορία ή υποκατηγορία, συγκρινόμενη προς την προϊσχύσασα αμφοτέρων των κανονιστικών ΥΑ των ετών 2020 και 2022 κωδικοποιητική απόφαση ΔΙΠΑ/οικ. 37674/2016. - Δεν συντρέχει περίπτωση κατάργησης της δίκης, επειδή από τη μεταβατική διάταξη του άρθρου 6 της ΥΑ ΥΠΕΝ/ΔΙΠΑ/17185/1069/2022, η αρχικώς προσβληθείσα ΥΑ ΥΠΕΝ/ΔΙΠΑ/74463/4562/2020 εξακολουθεί να εφαρμόζεται στις περιπτώσεις κατά τις οποίες, πριν από την έναρξη ισχύος της πρώτης, είχε κατατεθεί στην αρμόδια περιβαλλοντική αρχή περιβαλλοντική μελέτη ή αίτηση υπαγωγής σε ΠΠΔ, υπό την προϋπόθεση ότι ο φορέας του έργου δεν θα ζητήσει την υπαγωγή του αιτήματος στην ΥΑ του έτους 2022. - Κατά την έννοια της διάταξης του άρθρου 1 παρ. 4 του ν. 4014/2011, ερμηνευόμενης σε συμφωνία με το άρθρο 24 παρ. 1 και 2 του Συντάγματος και το ενωσιακό δίκαιο, εξουσιοδοτείται ο Υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας να κατατάσσει έργα και δραστηριότητες σε περιβαλλοντική κατηγορία (Α΄ ή Β΄) ή υποκατηγορία (Α1 ή Α2), με κριτήρια που ανάγονται στα χαρακτηριστικά τους (τύπο, μεγέθους του έργου κ.λπ.), τον τόπο όπου προβλέπεται να εγκατασταθούν και την έκταση των επιπτώσεων που αναμένεται να προκαλέσουν στο περιβάλλον κατά την κατασκευή και λειτουργία τους. Βάσει της εξουσιοδότησης αυτής, επιτρέπεται να τροποποιείται και επί το δυσμενέστερον για το περιβάλλον η προγενέστερη κατάταξη ομάδων ή υποομάδων έργων και δραστηριοτήτων σε περιβαλλοντική κατηγορία ή υποκατηγορία ή και να απαλλάσσεται ακόμη ορισμένη ομάδα ή υποομάδα έργων από κάθε υποχρέωση περιβαλλοντικής αδειοδότησης, υπό την προϋπόθεση όμως ότι η μεταβολή αυτή δικαιολογείται από ειδική μελέτη που προσιδιάζει στο αντικείμενο της ρύθμισης και από την οποία προκύπτουν τα επιστημονικά και τεχνικά δεδομένα βάσει των οποίων η κατασκευή και λειτουργία έργων της συγκεκριμένης αυτής ομάδας ή υποομάδας έργων δεν αναμένεται, πρώτον, να προκαλεί πλέον πολύ σημαντικές επιπτώσεις στο περιβάλλον, όπως είχε εκτιμηθεί κατά την προηγούμενη κανονιστική κατάταξή της στην υποκατηγορία Α1, αλλά μόνον σημαντικές επιπτώσεις, κατατασσόμενη εφεξής στην υποκατηγορία Α2 και δεύτερον, να προκαλεί σημαντικές επιπτώσεις, όπως είχε εκτιμηθεί κατά την προηγούμενη κανονιστική κατάταξή της στην υποκατηγορία Α2, αλλά μόνον τοπικές και μη σημαντικές επιπτώσεις, κατατασσόμενη εφεξής στην κατηγορία Β΄. - Οι προσβαλλόμενες ρυθμίσεις συνιστούν μεταβολή επί το δυσμενέστερον εν σχέσει προς το εύρος και τις απαιτήσεις της εκτίμησης των περιβαλλοντικών επιπτώσεων των εν λόγω κατηγοριών έργων ΑΠΕ, που δεν βρίσκει νόμιμο έρεισμα στην εξουσιοδοτική διάταξη της παραγράφου 4 του άρθρου 1 του ν. 4014/2011. Και ναι μεν, κατά το μέρος που αφορά τους φωτοβολταϊκούς σταθμούς, με το άρθρο 126 παρ. 1 του ν. 4685/2020 τροποποιήθηκε η παρ. 13 του άρθρου 8 του ν. 3468/2006, όπως είχε αντικατασταθεί με το άρθρο 3 παρ. 2 του ν. 3851/2010, και ορίσθηκε, μεταξύ άλλων, ότι εξαιρούνται από την υποχρέωση περιβαλλοντικής αδειοδότησης οι σταθμοί ηλεκτροπαραγωγής από φωτοβολταϊκά συστήματα έως και 1 MW, όμως, ούτε η νομοθετική αυτή ρύθμιση μπορεί να παράσχει έρεισμα στην εξαίρεση των οικείων έργων από κάθε περιβαλλοντική αδειοδότηση, διότι δεν συνοδεύεται από ειδική μελέτη με επιστημονικά ή τεχνικά δεδομένα βάσει των οποίων να αποδεικνύεται ότι, αντιθέτως προς την προηγούμενη κατάταξη των οικείων έργων στη Β΄ κατηγορία, η κατασκευή και λειτουργία τους δεν αναμένεται να προκαλέσει καμία επίπτωση στο περιβάλλον. Δεν μπορούν δε να θεωρηθούν ως ειδική μελέτη, ελλείψει επιστημονικής τεκμηρίωσης, τα αναφερόμενα στην εισηγητική έκθεση του εν λόγω νόμου. - Δέχεται εν μέρει και ακυρώνει.
131 Συμβούλιο της Επικρατείας (Β΄ Τμήμα - 7μ.) 2176/2023: Πρότυπη δίκη. - Προσφυγή κατά ενημερωτικών σημειωμάτων της ΛΑΓΗΕ ΑΕ για την έκδοση τιμολογίου κατά το μέρος που αμφότερα περιέχουν τις χρεώσεις «Μεταβατικού Τέλους Ασφάλειας Εφοδιασμού» (ΜΤΑΕ). - Εφόσον αίτημα διαδίκου να εισαχθεί στο Συμβούλιο της Επικρατείας ένδικο βοήθημα ή μέσο αρμοδιότητας των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων, για τον λόγο ότι τίθεται με αυτό ζήτημα γενικότερου ενδιαφέροντος με συνέπειες για ευρύ κύκλο προσώπων, γίνει δεκτό από την προβλεπόμενη από τις διατάξεις αυτές τριμελή Επιτροπή, το Δικαστήριο εκδικάζει το ένδικο βοήθημα ή μέσο, εφαρμόζοντας ως προς την πληρεξουσιότητα τα οριζόμενα στις διατάξεις του άρθρου 27 του π.δ/τος 18/1989 και, κατά τα λοιπά, ως προς το παραδεκτό και το βάσιμο του ενδίκου βοηθήματος ή μέσου, τις ισχύουσες για το ένδικο βοήθημα ή μέσο οικείες διατάξεις και με την απόφασή του το Συμβούλιο της Επικρατείας μπορεί είτε να επιλύσει μόνον το ζήτημα γενικότερου ενδιαφέροντος και να παραπέμψει κατά τα λοιπά την υπόθεση στο αρμόδιο διοικητικό δικαστήριο είτε να δικάσει το ένδικο βοήθημα ή μέσο. - Η θέσπιση κανονιστικής ρύθμισης δυνάμει νομοθετικής εξουσιοδότησης δεν συνιστά εφαρμογή κανόνα δικαίου σε συγκεκριμένη ατομική περίπτωση, αλλά θέση γενικού και απρόσωπου κανόνα δικαίου και αποτελεί, κατά το ουσιαστικό της περιεχόμενο, νομοθέτηση. Ως εκ τούτου, δεν απαιτείται αιτιολογία εκ μέρους της Διοίκησης για την επιλογή συγκεκριμένης κανονιστικής ρυθμίσεως ως βέλτιστης. Η κανονιστική πράξη ελέγχεται μόνον από την άποψη της τήρησης των όρων της εξουσιοδοτικής διάταξης, βάσει της οποίας εκδίδεται, καθώς και της τυχόν υπέρβασης των ορίων της εξουσιοδότησης. Η αξιολόγηση δε των κριτηρίων άσκησης της κανονιστικής αρμοδιότητας, που προβλέπονται στην εξουσιοδοτική διάταξη ή συνάγονται από αυτήν, ανήκει στην ουσιαστική κρίση της Διοίκησης, η οποία εκφεύγει, καταρχήν, του ακυρωτικού ελέγχου, και ελέγχεται μόνον εάν προβάλλεται με συγκεκριμένους ισχυρισμούς ή εάν προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου ότι η συγκεκριμένη ρύθμιση θεσπίσθηκε κατά πρόδηλη παραγνώριση των κριτηρίων και των όρων της εξουσιοδοτικής διατάξεως. Περαιτέρω, η σχετική κρίση της Διοίκησης δεν είναι απαραίτητο να περιέχεται στην ίδια την κανονιστική πράξη, αλλά μπορεί να προκύπτει από τις προπαρασκευαστικές πράξεις ή άλλα στοιχεία του φακέλου. - Η προβλεπόμενη στο άρθρο 143Α του ν. 4001/2011 υπηρεσία διακοπτόμενου φορτίου (ΥΔΦ) αποτελεί επικουρική, μη ανταγωνιστική υπηρεσία που παρέχεται από τους καταναλωτές ηλεκτρικής ενέργειας προς την ΑΔΜΗΕ ΑΕ, δηλαδή υπηρεσία αναγκαία για τη διαχείριση (ισορροπία) του Συστήματος και, κατ’ επέκταση, για την ασφάλεια του ενεργειακού εφοδιασμού, συνίσταται δε στην ετοιμότητα των καταναλωτών να περιορίσουν την ενεργό ισχύ τους κατόπιν εντολής του Διαχειριστή. Η παροχή της εν λόγω υπηρεσίας από τους καταναλωτές και η αποδοχή της από τον ΑΔΜΗΕ δεν είναι υποχρεωτική. Αντιθέτως, στη μεταξύ τους συναλλαγή ισχύει η αρχή της ελευθερίας των συμβάσεων. Περαιτέρω, η ΥΔΦ του άρθρου 143Α του ν. 4001/2011 διαφοροποιείται από τις προβλεπόμενες στα άρθρα 93 επ. του ΚΔΣΜΗΕ επικουρικές υπηρεσίες, οι οποίες κατά κανόνα παρέχονται στο Σύστημα από τους παραγωγούς, ιδίως δε από την ΥΔΦ του άρθρου 94 παρ. 9 του εν λόγω Κώδικα, η οποία βασίζεται αποκλειστικά στην αυτόματη διακοπή του φορτίου από τον Διαχειριστή. Με το θεσπιζόμενο στο άρθρο 143Β ΜΤΑΕ, το κόστος κτήσης της ΥΔΦ μετακυλίεται από τον ΑΔΜΗΕ στους παραγωγούς ηλεκτρικής ενέργειας, οι οποίοι επωφελούνται, ως χρήστες, άμεσα από τη σταθερή λειτουργία του Συστήματος, στην οποία συμβάλλει η εν λόγω υπηρεσία. Τα δε έσοδα από την είσπραξη του ΜΤΑΕ προορίζονται αποκλειστικά για την κάλυψη του οικονομικού αντισταθμίσματος που καταβάλλει ο ΑΔΜΗΕ στους καταναλωτές έναντι των παρεχόμενων προς το Σύστημα ΥΔΦ, το οποίο δεν πρέπει αυτά να υπερβαίνουν. Προς τον σκοπό αυτό, οι σχετικοί πόροι κατατίθενται στον Ειδικό Λογαριασμό Αποθεματικού Ασφάλειας Εφοδιασμού του άρθρου 143Γ του ν. 4001/2011, ο οποίος ανήκει στη διαχείριση του ΑΔΜΗΕ και ισοσκελίζεται σε ετήσια βάση με τα έσοδα που υπερβαίνουν τα καταβληθέντα στους καταναλωτές-παρόχους ΥΔΦ ποσά να επιστρέφουν στους παραγωγούς. - Το ΜΤΑΕ δεν συνιστά αναγκαστική παροχή των παραγωγών προς τον ΑΔΜΗΕ, καθόσον η καταβολή του προϋποθέτει την παροχή ΥΔΦ από τους καταναλωτές προς το Σύστημα, η οποία είναι προαιρετική. Επίσης, το ΜΤΑΕ δεν συνιστά φόρο ή ανταποδοτικό τέλος, υπό την έννοια αντιπαροχής επιβαλλόμενης για την κάλυψη του κόστους ειδικώς και διαρκώς παρεχόμενης στους βαρυνόμενους με αυτό δημόσιας υπηρεσίας. Αντιθέτως, πρόκειται για οικονομικό βάρος που επιβάλλεται μονομερώς, υπό τις προϋποθέσεις του νόμου, από την ΑΔΜΗΕ ΑΕ, προκειμένου για τους συμβατικούς παραγωγούς, και για λογαριασμό της από τη ΛΑΓΗΕ ΑΕ, προκειμένου για παραγωγούς ΑΠΕ, σε χρήστες του Συστήματος και καταβάλλεται υποχρεωτικά από αυτούς με σκοπό τη διασφάλιση της βέλτιστης χρήσης ενός δημόσιου αγαθού με σημαντική οικονομική αξία, όπως είναι το Σύστημα, το οποίο, επιπλέον, συνιστά πράγμα εκτός συναλλαγής, καθόσον εξυπηρετεί δημοσιολογικό σκοπό, αλλά και φυσικό μονοπώλιο συνδεόμενο άρρηκτα με την κοινωφελή δραστηριότητα της μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας. Η δε επιβολή και είσπραξη του ΜΤΑΕ χωρεί, κατ’ επιταγή του νόμου, από τον ΑΔΜΗΕ και τη ΛΑΓΗΕ ΑΕ εκτός του προβλεπόμενου στον ΚΔΣΜΗΕ παγίου πλαισίου χρεώσεων για τη χρήση του Συστήματος, ειδικά δε για τους παραγωγούς ΑΠΕ και εκτός του συμβατικού πλαισίου που διέπει τις σχέσεις τους με τη ΛΑΓΗΕ ΑΕ, το οποίο αφορά στην πώληση ηλεκτρικής ενέργειας. - Πράξη επιβολής του ΜΤΑΕ συνιστά, προκειμένου για τους παραγωγούς ΑΠΕ, το ενημερωτικό σημείωμα, με το οποίο η ΛΑΓΗΕ ΑΕ το υπολογίζει, καθόσον από την έκδοση τούτου γεννάται η υποχρέωση του παραγωγού προς καταβολή του με παρακράτησή του, κατά την εκκαθάριση, από το ποσό που θα λάβει με βάση το οικείο τιμολόγιο. - Η ΛΑΓΗΕ ΑΕ, έστω και αν έχει τη μορφή ανώνυμης εταιρείας, λειτουργώντας χάριν σκοπού δημοσίου συμφέροντος, ασκεί κατά τούτο δημόσια εξουσία και δεν ενεργεί ως αντισυμβαλλόμενος του παραγωγού. Συνεπώς, από την αμφισβήτηση της νομιμότητας της ατομικής πράξης επιβολής του ΜΤΑΕ, ήτοι του ενημερωτικού σημειώματος, με το οποίο η ΛΑΓΗΕ ΑΕ το υπολογίζει, στη συνέχεια δε το παρακρατεί, προκαλείται ακυρωτική διαφορά υπαγόμενη στη γενική ακυρωτική αρμοδιότητα του Συμβουλίου της Επικρατείας κατ’ άρθρο 95 παρ. 1 περ. α΄ του Συντάγματος. - Προς διαμόρφωση ασφαλούς κρίσης επί ζητημάτων, τα οποία έχουν και τεχνικό χαρακτήρα, η υπόθεση πρέπει να αναβληθεί προκειμένου η ΔΑΠΕΕΠ ΑΕ, ο Υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας, η ΡΑΑΕΥ και ο ΑΔΜΗΕ να διευκρινίσουν, αποστέλλοντας προς το Δικαστήριο στοιχεία για συγκεκριμένα ζητήματα. - Απέχει να αποφανθεί και ορίζεται νέα δικάσιμος συζήτησης της υπόθεσης.
144 Συμβούλιο της Επικρατείας (Επιτροπή Αναστολών - Ε΄ Τμήμα) 52/2023: Αίτηση αναστολής εκτέλεσης άδειας εγκατάστασης ΑΣΠΗΕ. - Όταν η προσβαλλόμενη πράξη εντάσσεται στη διαδικασία περιβαλλοντικής αδειοδότησης ορισμένης δραστηριότητας, η οποία υπόκειται, κατά τον νόμο, στη διαδικασία αυτή ακριβώς διότι εγκυμονεί κινδύνους για το περιβάλλον, ως ανεπανόρθωτη βλάβη που θα δικαιολογούσε την αναστολή εκτέλεσής της δεν είναι δυνατόν να νοούνται οι συνήθεις περιβαλλοντικές συνέπειες που εξ ορισμού συνεπάγεται η άσκηση της οικείας δραστηριότητας, για τον περιορισμό και την αντιμετώπιση των οποίων, άλλωστε, θεσπίζεται η διαδικασία περιβαλλοντικής αδειοδότησης και η επιβολή των κατάλληλων περιβαλλοντικών όρων, αλλά ιδιαιτέρως δυσμενείς επιπτώσεις στο περιβάλλον, οι οποίες πιθανολογείται ότι δεν έχουν ληφθεί υπόψη κατά τη διοικητική διαδικασία και τείνουν, λόγω της σοβαρότητάς τους, να επιφέρουν σ’ αυτό αλλοιώσεις δυσχερώς αναστρέψιμες ή μη αναστρέψιμες. Το ίδιο ισχύει προκειμένου περί πράξεων, οι οποίες έπονται της περιβαλλοντικής αδειοδότησης, αλλά η βλάβη, της οποίας γίνεται επίκληση ως λόγου δικαιολογούντος την αναστολή, ανάγεται στην προστασία του περιβάλλοντος. - Οι ΑΠΕ αποτελούν πηγές ενέργειας κατ’ αρχήν φιλικές προς το περιβάλλον και μερικότερη έκφανση αλλά και ουσιώδη συνιστώσα της αρχής της αειφόρου ανάπτυξης, η δε αύξηση της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από ΑΠΕ προς τον σκοπό της μείωσης των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα και της ασφάλειας του ενεργειακού εφοδιασμού της χώρας αποτελεί βασικό μέτρο για την προστασία του περιβάλλοντος και εξυπηρετεί γενικότερα το δημόσιο συμφέρον. - Οι προβαλλόμενοι ισχυρισμοί για την πρόκληση ανεπανόρθωτης βλάβης από την εκτέλεση του έργου αφορούν, κυρίως, τις αποφάσεις έγκρισης περιβαλλοντικών όρων του έργου (αρχική και τροποποιητική) και εμμέσως μόνον την προσβαλλόμενη πράξη, της οποίας ζητείται η αναστολή εκτέλεσης. Πέραν, όμως, τούτων, από τα στοιχεία του φακέλου προκύπτει ότι κατά τη διαδικασία έγκρισης των περιβαλλοντικών όρων του έργου, και ιδίως κατά τη διαδικασία τροποποίησης αυτής, εξετάστηκαν κατ’ αρχήν τα ζητήματα, στα οποία στηρίζονται οι ισχυρισμοί των αιτουσών για την πρόκληση ανεπανόρθωτης βλάβης στο περιβάλλον από την υλοποίηση του έργου και ελήφθησαν τα αναγκαία μέτρα για την προστασία της πανίδας της περιοχής. - Περίπτωση πρόδηλης βασιμότητας του κυρίου ενδίκου βοηθήματος συντρέχει ιδίως όταν αυτό βασίζεται σε πάγια νομολογία ή νομολογία της Ολομελείας του Συμβουλίου της Επικρατείας και πάντως όχι όταν πιθανολογείται απλώς η ευδοκίμησή του. - Απορρίπτεται η αίτηση.
152 Διοικητικό Εφετείο Αθηνών (Ι΄ Τμήμα) 546/2023: Αίτηση ακύρωσης κατά της σιωπηρής απόρριψης αίτησης αναθεώρησης βεβαίωσης παραγωγού ειδικού έργου για ΑΣΠΗΕ. - Έννομο συμφέρον του αιτούντος Δήμου, στην εδαφική περιφέρεια του οποίου προβλέπεται να εγκατασταθεί το επίμαχο έργο. - Μόνη η ανάρτηση της προσβαλλομένης στον διαδικτυακό τόπο ΔΙΑΥΓΕΙΑ δεν αρκεί για να θεμελιώσει τεκμήριο γνώσης εν όψει του μικρού χρονικού διαστήματος που μεσολάβησε από την ανάρτηση έως την άσκηση της ενδικοφανούς προσφυγής. - Η προσβαλλόμενη πράξη αιτιολογείται νομίμως και επαρκώς ως προς τη συνδρομή των προϋποθέσεων που θέτει η διάταξη του άρθρου 11 παρ. 2 του Κανονισμού Βεβαιώσεων Παραγωγού για την έκδοσή της, μέσω ενός συγκεκριμένου πληροφοριακού συστήματος με ένα πρόγραμμα διοικητικής επεξεργασίας. - Η εκτίμηση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων του ΑΣΠΗΕ γίνεται στο μεταγενέστερο στάδιο έγκρισης των περιβαλλοντικών όρων και συνεπώς απαραδέκτως προβάλλονται οι σχετικοί λόγοι στο πλαίσιο της παρούσας δίκης. - Απορρίπτεται η αίτηση.
156 Διοικητικό Εφετείο Αθηνών (Ι΄ Τμήμα) 818/2023: Αίτηση ακύρωσης κατά της σιωπηρής απόρριψης αίτησης αναθεώρησης βεβαίωσης παραγωγού ειδικού έργου για ΑΣΠΗΕ. - Η βεβαίωση παραγωγού ηλεκτρικής ενέργειας από ΑΠΕ δεν ήρτηται από την προϋπόθεση πλήρωσης των ελαχίστων αποστάσεων που καθορίζονται στο Ειδικό Πλαίσιο Χωροταξικού Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης για τις ΑΠΕ, διότι η πλήρωση αυτή αποτελεί αντικείμενο της διαδικασίας περιβαλλοντικής αδειοδότησης. - Tο πολύγωνο του ένδικου ΑΣΠΗΕ έχει προσαρμοστεί σύμφωνα με τους περιορισμούς χωροθέτησης των άρθρων 13 παρ. 1 του ν. 4685/2020 και 28 του Κανονισμού Βεβαιώσεων Παραγωγού. - Η βεβαίωση παραγωγού ηλεκτρικής ενέργειας από ΑΠΕ χορηγείται υπό την προϋπόθεση ότι δεν υφίσταται υπέρβαση της φέρουσας ικανότητας. Ο έλεγχος αυτός διενεργείται με κριτήριο τη μη υπέρβαση της μέγιστης επιτρεπόμενης πυκνότητας των αιολικών εγκαταστάσεων από την αθροιστική πυκνότητα των αιολικών εγκαταστάσεων που αντιστοιχούν στις εκδοθείσες Αποφάσεις Έγκρισης Περιβαλλοντικών Όρων ή Πρότυπες Περιβαλλοντικές Δεσμεύσεις, συμπεριλαμβανομένων των σταθμών μικρών ανεμογεννητριών. - Με την αίτηση ακύρωσης ή και με το δικόγραφο των πρόσθετων λόγων αυτής, παραδεκτώς προβάλλονται το πρώτον αμιγώς νομικά ζητήματα, ήτοι ζητήματα που ανάγονται στην ισχύ και το κύρος ή στην ερμηνεία διατάξεων νόμου ή γενικών αρχών του ουσιαστικού ή δικονομικού δικαίου, δίχως να προϋποθέτουν έρευνα κρίσιμου πραγματικού, τα οποία δεν έχουν τεθεί από την πλευρά του αιτούντος με την ενδικοφανούς χαρακτήρα αίτηση αναθεώρησης ενώπιον της ΡΑΕ. Αντιθέτως, δεν μπορούν κατ’ αρχήν να προβληθούν παραδεκτώς με την αίτηση ακύρωσης ή και με το δικόγραφο των πρόσθετων λόγων αυτής λόγοι που σχετίζονται με έρευνα περί της συνδρομής πραγματικού και δεν συμπεριελήφθησαν στην ενδικοφανή προσφυγή, εκτός εάν οι προβαλλόμενες πλημμέλειες προέκυψαν από την επί της ενδικοφανούς προσφυγής απόφαση ή ανέκυψαν οψιγενώς. - Απορρίπτεται η αίτηση.
166 Άρειος Πάγος (Α1 Τμήμα Πολιτικό) 184/2023: Αίτηση αναίρεσης κατά της 1551/2020 απόφασης του Τριμελούς Εφετείου Αθηνών που έκανε δεκτή έφεση του ενάγοντος τέως ΔΕΣΜΗΕ και ήδη ΑΔΜΗΕ, νυν αναιρεσιβλήτου, και εξαφάνισε απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών που είχε απορρίψει την αγωγή του κατά της νυν αναιρεσείουσας προμηθεύτριας ηλεκτρικής ενέργειας και ως προς τις δύο βάσεις της, την κύρια (ενδοσυμβατική ευθύνη) και την επικουρική βάση (αδικαιολόγητος πλουτισμός), και αφού κράτησε και δίκασε την υπόθεση ως πρωτοβάθμιο δικαστήριο δέχθηκε την αγωγή κατ’ ουσίαν ως προς την προαναφερθείσα επικουρική βάση και αναγνώρισε ότι η εναγόμενη οφείλει να καταβάλει στην ενάγουσα συγκεκριμένο ποσό. Αυτό το ποσό αντιστοιχεί στο ποσό που κατέβαλε ο ΔΕΣΜΗΕ, ως ο Διαχειριστής του Συστήματος Μεταφοράς, σε τρίτους παραγωγούς ηλεκτρικής ενέργειας, την οποίαν ο ΔΕΣΜΗΕ διοχέτευε στο Σύστημα και στη συνέχεια λάμβανε και εφοδίαζε η αναιρεσείουσα προμηθεύτρια ηλεκτρικής ενέργειας τους πελάτες της, από τους οποίους εισέπραττε το αντίστοιχο τίμημα, δίχως όμως αυτή να καταβάλει με τη σειρά της το αντίστοιχο τίμημα για την αγορά του ηλεκτρικού ρεύματος στους ως άνω παραγωγούς. - Βασική προϋπόθεση της απαίτησης από αδικαιολόγητο πλουτισμό είναι η ύπαρξη άμεσης περιουσιακής μετακίνησης μεταξύ του πλουτισμού του λήπτη και της ζημίας άλλου, δηλαδή, για να στηριχθεί αγωγή από αδικαιολόγητο πλουτισμό, πρέπει να υφίσταται άμεση αιτιώδης συνάφεια μεταξύ της παροχής ή της ζημίας του ενάγοντος και του πλουτισμού του εναγομένου. Επιπλέον, πρέπει να υφίσταται αιτιώδης συνάφεια μεταξύ του πλουτισμού του εναγομένου και της ζημίας του ενάγοντος και να μην υφίσταται νόμιμη αιτία της περιουσιακής μετακίνησης. Στερείται δε νόμιμης αιτίας και επομένως είναι αδικαιολόγητος ο πλουτισμός που δεν καλύπτεται από έγκυρη βούληση του ζημιωθέντος ή κατ' εξαίρεση από τη θέληση του νομοθέτη, συναγόμενη σαφώς από συγκεκριμένες διατάξεις ή και από το γενικότερο πνεύμα του νόμου, ενώ νόμιμη αιτία δικαιολόγησης του πλουτισμού, εκτός από τη βούληση του ζημιωθέντος ή του νομοθέτη, είναι και το αντάλλαγμα που τυχόν παρέχει ο λήπτης του πλουτισμού· δηλαδή η οικονομική θυσία του έναντι του αποκτώμενου πλουτισμού, η οποία, αν είναι ισάξια μ' αυτόν, ανταποκρίνεται πλήρως στην εξισωτική αποστολή του θεσμού του αδικαιολόγητου πλουτισμού. Το αντάλλαγμα δεν απαιτείται να αποβαίνει οπωσδήποτε σε όφελος του δότη του πλουτισμού, αλλά ενδέχεται να ωφελεί τρίτο πρόσωπο. Στην περίπτωση αυτή, ο δότης του πλουτισμού που ζημιώθηκε καταβάλλοντας ανύπαρκτο χρέος του δικαιούται να αναζητήσει τον πλουτισμό, όχι όμως από τον λήπτη τυπικά του πλουτισμού, ο οποίος με την προς αυτόν καταβολή εισέπραξε απλώς την απαίτηση που είχε κατά του τρίτου και έκτοτε αυτή αποσβέσθηκε, υποβαλλόμενος έτσι αυτός σε αντίστοιχη με την απόσβεση της απαίτησής του οικονομική θυσία, αλλά θα αναζητήσει τον πλουτισμό από τον τρίτο που στην πραγματικότητα ωφελήθηκε χωρίς νόμιμη αιτία, αφού εξόφλησε με παροχή άλλου δικό του χρέος. - Απορρίπτεται η αίτηση.
• Ενωσιακή
174 Γενικό Δικαστήριο Ευρωπαϊκής Ένωσης (τέταρτο πενταμελές τμήμα) απόφαση της 25ης Οκτωβρίου 2023 στην υπόθεση T-136/19 [Bulgarian Energy Holding EAD κατά Ευρωπαϊκής Επιτροπής]: Προσφυγή των Bulgarian Energy Holding EAD, Bulgartransgaz EAD και Bulgargaz EAD κατά της Ευρωπαϊκής Επιτροπής αναφορικά με τη λήψη μέτρων οργάνωσης της διαδικασίας και μέτρων διεξαγωγής αποδείξεων στην εσωτερική αγορά του φυσικού αερίου. - Επιβολή προστίμου από την Επιτροπή. - Κατάχρηση δεσπόζουσας θέσης. - Εσφαλμένη εκτίμηση της διάρκειας της φερόμενης παράβασης. - Ακύρωση/περιορισμός επιβληθέντος προστίμου. - Υποχρέωση καταγραφής και συμπερίληψης στον φάκελο της υπόθεσης των πρακτικών των συσκέψεων των ετών 2015 και 2016 που πραγματοποιήθηκαν με την Overgas μετά την ανακοίνωση των αιτιάσεων από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή. - Διαδικαστική πλημμέλεια της Επιτροπής ως προς την παράλειψή της να προβεί σε δέουσα καταγραφή και συμπερίληψη στον φάκελο της υπόθεσης των καταθέσεων που λήφθηκαν κατά τις συσκέψεις των ετών 2015 και 2016 και να ενημερώσει σχετικώς τις προσφεύγουσες. - Η Επιτροπή, με την παροχή στις προσφεύγουσες εξαιρετικά περιορισμένης πρόσβασης στον φάκελο της υπόθεσης στο πλαίσιο της διαδικασίας στην αίθουσα δεδομένων, υπέπεσε σε διαδικαστική πλημμέλεια ικανή να στοιχειοθετήσει προσβολή των δικαιωμάτων άμυνας των προσφευγουσών.
Βιβλιοπαρουσιάσεις
184 Προκόπιος Παυλόπουλος, Νομικές Μελέτες, από τον Χ. Συνοδινό
185 Eυρετήρια τευχών 24 -