Δ. Τραυλός-Τζανετάτος, Ανώτατα Δικαστήρια και εργασιακές σχέσεις στην εποχή των Μνημονίων, 2015
Μέσα στις επιβεβλημένες από τα μνημόνια συνθήκες προϊούσας αποδόμησης και κατάρρευσης του προστατευτικού των σχέσεων εργασίας θεσμικού εποικοδομήματος, όπου ο αστικοδημοκρατικός, συνταγματικός και ευρωπαϊκός, εργασιακός πολιτισμός αποκαλύπτει τον παραποιητικό ή συγκαλυπτικό της πραγματικότητας, ιδεολογικό του χαρακτήρα, ιδιαίτερο ενδιαφέρον αλλά και κομβικό ρόλο αποκτά η δικαστική λειτουργία, ιδίως στο κρίσιμο ακυρωτικό επίπεδο, όπου λαμβάνει χώρα σε ανώτατο επίπεδο ο παρεμπίπτων έλεγχος της συνταγματικότητα των νόμων. Στις περιπτώσεις αυτές, όπου οι επίμαχες ρυθμίσεις ανήκουν σε ένα συγκεκριμένο πρόγραμμα εξόδου από την οικονομική κρίση, η δικαστική εξουσία εμπλέκεται σε ένα πεδίο έντασης μεταξύ αυτοπεριορισμού και ακτιβισμού, με αποτέλεσμα η οριοθετημένη από το Σύνταγμα, αλλά όχι στερούμενη προβλημάτων στην πράξη σχέσης της με τις υπόλοιπες κρατικές λειτουργίες, να αποκτά ένα έντονο ηλεκτρικό φορτίο.
Τα ανακύπτοντα προβλήματα και οι συναφείς δυσκολίες και εντάσεις δεν επιτρέπεται, ωστόσο, να οδηγήσουν σε αλλοίωση ή, πολύ περισσότερο, σε απεμπόληση της δικαιοδοτικής εξουσίας των δικαστηρίων. Πολλώ μάλλον όταν πρόκειται για εκπλήρωση του ύψιστου καθήκοντος της προστασίας του Συντάγματος μέσω του ελέγχου αντισυνταγματικότητας των νόμων. Βασικές συνιστώσες της κρίσιμης αποστολής της δικαιοδοτικής αποτελούν μεταξύ άλλων, α) η αποφυγή απεμπόλησης της δικαιοδοτικής αυτονομίας κάθε δικαστηρίου, ιδίως σε περιπτώσεις διαπλοκής πολιτικής και διοικητικής δικαιοδοσίας και β) η υποχρέωση υποβολής της επίμαχης ρύθμισης σε ενδελεχή και πλήρη και όχι οριακό, δηλαδή ατελή και ουσιαστικά προσχηματικό, έλεγχο συνταγματικότητας ανεξαρτήτως οικονομικοπολιτικής συγκυρίας. Ωστόσο, οι βασικές αυτές συνιστώσες, απαρέγκλητοι όροι αποτελεσματικής πραγμάτωσης της αποστολής της Δικαιοσύνης, αγνοήθηκαν από τις αποφάσεις 1077/2014 ΑΠ και 2307/2014 Ολ ΣτΕ. Στην αναλυτική και εμπεριστατωμένη κριτική της νομολογίας αυτής είναι αφιερωμένα τα μελετήματα που συνθέτου και ομογενοποιούν το παρόν βιβλίο. Όπως δε επισημαίνει στον πρόλογό του ο καθηγητής Πάνος Λαζαράτος, οι μελέτες αυτές «δεν απευθύνονται μόνο στον εργατολόγο, τον δικονομολόγο ή τον δημοσιολόγο. Απευθύνονται σε κάθε διανοούμενο που επιθυμεί να κατανοήσει βαθύτερα το δικαιϊκό φαινόμενο και τη λειτουργία του την εποχή της κρίσης. Μετά την ανάγνωση, για έναν παράξενο λόγο, η ματιά πάνω σ’ αυτά τα ζητήματα δεν μπορεί να παραμείνει η ίδια. Και είναι αυτό το χάρισμα του γνήσια κριτικού, ελεύθερου λόγου. Να ανοίγει τους ορίζοντες των αναγνωστών».
Πληροφορίες έκδοσης
Πίνακας περιεχομένων +-
ΠΡΟΛΟΓΟΣ
ΠΡΟΛΟΓΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ. Χιιι
Α. Δικαιοδοτική αυτονομία ή δικαιοδοτική αυτοσυγκράτηση; Το άρθρο 249 ΚΠολΔ στην αναιρετική διαδικασία κατά την πρόσφατη νομολογία του Αρείου Πάγου
Ι. Η αναστολή της δίκης κατά το άρθρο 249 ΚΠολΔ
II. Το ζήτημα στην αναιρετική διαδικασία κατά τη θεωρία και την πρόσφατη νομολογία του Αρείου Πάγου
III. Κριτική αξιολόγηση της νομολογίας
IV. Η περίπτωση διαπλοκής πολιτικής και διοικητικής διαδικασίας ειδικότερα
V. Η απόφαση 1077/2014 του Αρείου Πάγου
Επίμετρο
Β. «Κατάσταση ανάγκης», δημόσιο συμφέρον και έλεγχος συνταγματικότητας. Με αφορμή την 2307/2014 απόφαση της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας
I. Η συνταγματικότητα των εργασιακών ρυθμίσεων του Μνημονίου II κατά την πρόσφατη κρίση του ΣτΕ
II. Κριτική αξιολόγηση
1. Εισαγωγικές παρατηρήσεις
2. Η κανονιστική ισχύς του Συντάγματος στο πεδίο έντασης κανονικότητας και «έκτακτης (δημοσιονομικής ή οικονομικής) ανάγκης»
α. Προδιάθεση
β. Το ζήτημα της ερμηνείας ειδικότερα
γ. Δημοσιονομική κρίση και «δίκαιο της ανάγκης»
δ. Το «δίκαιο της ανάγκης» και το «υπέρτερο» δημοσιονομικό κοινωνικό συμφέρον
ε. Δημοσιονομική κρίση και οριακός έλεγχος συνταγματικότητας
3. Οι «αστοχίες» της απόφασης στο στόχαστρο της κριτικής ειδικότερα
α. Προλεγόμενα
β. Οι βασικές θέσεις της μειοψηφίας
III. Συνοπτική έκθεση συμπερασμάτων
Αντί επιμέτρου
Παραρτημα
Απόφαση Αρείου Πάγου 1077/2014, Τμ. Β/Ι
Απόφαση Αρείου Πάγου 52/2015 Τμ. Β/Ι με σχόλιο Χρόνη Τσιμπούκη
Απόφαση ΟλΣτΕ 2307/2014